Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2007

«θα σας ρίξω στα βαθιά και θα μάθετε να κολυμπάτε!»

"Σαν κολυμπάς

στην θάλασσα της κρίσης και του λάθους,

και το νησί της σιωπής

δεν φαίνεται πουθένα,

δεν μένει τίποτα,

παρά την θάλασσα αυτή νa αγαπήσεις."

Απάντηση ανώνυμου στο άρθρο του Σκεπτικιστή :

«θα σας ρίξω στα βαθιά και θα μάθετε να κολυμπάτε!»

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2007

Ανδρονίκη Μαστοράκη : "Στο δρόμο της επιστροφής".

Στο δρόμο της επιστροφής

δεν με κανάκεψες πατέρα
απαίτησες τη σάρκα μου
αχόρταγος νεκρός
για να με φτύσεις σ' ένα θέατρο συνείδησης
φρικτή οσμή από λευκά οστά
που αντιστέκονται
η ύπαρξή μου αντιστέκεται
πες: γεννηθήτω σκότος
πες!
θα κλάψω
όχι, όχι πιστεύοντας
τα δάκρυα της Ίσιδας θα κλάψω
για τα θυσιασμένα όνειρα
κι αύριο
της φωτεινής νύχτας το δυσνόητο τραγούδι θα ξεχάσω
θα σε ξεχάσω
θα γίνω ένα

-Ανδρονίκη Μαστοράκη-

Δευτέρα 4 Ιουνίου 2007

Ενα τετράστιχο με αιώνιο περιεχόμενο

Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος διέκρινε τη σημασία του και μίλησε γι’ αυτό
Του Σωτηρη Γουνελα*
Ζήσιμος Λορεντζάτος

Ενα τετράστιχο του Χαίλντερλιν
εκδ. Ικαρος, 2006

Με τη συμπλήρωση τριάντα χρόνων από την πρώτη του έκδοση, ο «Ικαρος» εξέδωσε ένα μικρό κείμενο που είχε διαβαστεί ως ομιλία στη Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία «Η Τέχνη» της Θεσσαλονίκης, το 1967. Είναι παράξενο ότι τόσα χρόνια, παρά τις ποικίλες εκδόσεις ποιημάτων του μεγάλου αυτού ποιητή, πουθενά δεν γίνεται αναφορά στο θαυμάσιο αυτό κείμενο. Σαν να μην υπήρχε. Το τετράστιχο λέγεται «Το ασυχώρετο» και στη μετάφραση του Ζ. Λ. είναι το ακόλουθο:


Να λησμονήσης φίλους, να περιγελάσης τον τεχνίτη,
Και το βαθύτερο μυαλό να το περνάς μικρό και τιποτένιο,
ο Θεός το συχωράει - μην ταράξης μόνο
Ποτέ σου την ειρήνη των αγαπημένων.


Ο λόγος που αποφάσισα να γράψω αυτό το σημείωμα είναι κυρίως για να πω ότι ο Ζ. Λ., ένας άνθρωπος που διέστειλε τον νου του σε Ανατολή και Δύση και περιόδευσε τα πεδία του λόγου σαν άλλος Οδυσσέας, σταμάτησε σε αυτό το μικρό ποίημα και συγκεντρώθηκε πάνω του, διακρίνοντας τη σημασία του τετράστιχου μέσα στην ποίηση και πέρα από την ποίηση. Σε πείσμα της μονομανίας για αδιάκοπες αλλαγές της μορφής, που οι περισσότερες ελάχιστη σημασία δίνουν στο περιεχόμενο, σε σημείο που πολλές φορές θαρρείς ότι αυτά τα δύο είναι αποσπασμένα μεταξύ τους και σχεδόν δεν συναντιούνται, βρισκόμαστε εδώ μπροστά σε ένα ποιητικό κομμάτι όπου χωρίς να παραγνωρίζεται η μορφή –ο Χαίλντερλιν είναι από τους μεγαλύτερους, μόνο που οι Γερμανοί μάλλον εκ των υστέρων και κατόπιν εορτής το κατάλαβαν, αφού τον άφησαν να βυθιστεί στη μόνωση της τρέλας σαράντα περίπου χρόνια– η σημασία του αντλείται πιο πολύ από το περιεχόμενο· ή αν θέλετε, η λιτή, καίρια, δωρική μορφή του αναδείχνει το αιώνιο θα έλεγα περιεχόμενό του. Αυτό που κατά την κρίση μου προσκάλεσε τον Λορεντζάτο να μιλήσει για το ποίημα.
Η εποχή μας είναι μια τρομακτική εποχή. Είναι τέτοιος ο ίλιγγος, ο θόρυβος, οι ταχύτητες, οι εναλλασσόμενες εικόνες, η ασίγαστη φλυαρία, η μετατροπή της νύχτας σε μέρα (ειδικά στην Ελλάδα) που η προτροπή
μην ταράξης μόνο
Ποτέ σου την ειρήνη των αγαπημένων
μπορεί να ηχεί απόκοσμη, αινιγματική, οπισθοδρομική, ή το λιγότερο αλλόκοτη. Δεν είναι τυχαίο που ο Ζ. Λ. σχολιάζοντας το τετράστιχο διατυπώνει τη φράση: «Εχω την προκαταβολική εντύπωση πως θα πρέπη να ανασηκώσουμε αρκετά παραπετάσματα προτού φτάσουμε στο άδυτο· εκεί που προσπαθεί τελικά να μας φέρη από το χέρι το μικροσκοπικό αυτό ποίημα». Και αμέσως μετά το χαρακτηρίζει «απροσμέτρητο».
Ο Ζ. Λ. πίστευε ότι υπάρχει συγγένεια ανάμεσα στην ποίηση και το μεγάλο μυστήριο (της Ζωής, του Λόγου και του Πνεύματος) και απέφευγε τις αναλύσεις, έχοντας βεβαιωθεί με παιδεμό μακροχρόνιο, συντροφευμένος από το έργο μεγάλων –των μεγαλύτερων– ποιητών, από καταβολής –Ομηρος, Τραγικοί, νεότεροι Ελληνες και ξένοι– ότι «δεν χρησιμεύει να αναλύσουμε αυτό το μυστήριο ή να το απομυστηριώσουμε». Η στάση αυτή τον έβγαλε ίσως από το κέντρο της σύγχρονης «ποιητική αγοράς» (και οποιασδήποτε αγοράς) αλλά τον έφερε σε εκείνο το άλλο Κέντρο, που σαν Φως, σαν Πρόσωπο και σαν Λόγος μιλά στους ανθρώπους μέσα από ποικίλες τέχνες, όταν αποτελούν «συνέργεια» ζωής και πνευματικής εγρήγορσης με κατακόρυφο άξονα την Αγάπη. Οσα δηλαδή περιέχει το τετράστιχο του Χαίλντερλιν.
* Ο Σωτήρης Γουνελάς είναι ποιητής - συγγραφέας.

Κυριακή 1 Απριλίου 2007

"Moments" των Avi & Rachel Abrams

"Moments"


The present is a fire
licking at the edges of future
It slowly burns away
Red-hot, immediate
blackened, crumbling into
unreliable memory

The past is a crumpled sheet;
Skipping around the high points
Reality fades away
-- but returns, intense and startling

Moments of now
fall like snow
Innumerable; unique
Not even days of drudgery
are ever quite the same.
They pile into drifts until
the hot sun of passing time
fades and melts them.

...yet the Moment lasts longer;
Dwelling in memory, it lingers
in the afterimage of life,
reflecting watercolour of events
on it's smooth surface.
I look into a mirror
- next moment - it is me
looking at my own past.

There is an inertia of a passing moment.
"Slow time" is meant to help us, mortals
to consume intense eternity -
- a moment by softly-yielding moment

Mercy
tends to linger.

------------
"When God created time, He made lots of it"

Avi & Rachel Abrams
@ Feb 2005
Art is copyright Nicholas Rougeux

Παρασκευή 30 Μαρτίου 2007

ποίημα για την ποίηση

Ποίημα για την Ποίηση

Οι λέξεις είναι κοσμήματα
όσα πιο πολλά φοράει τις
τόσο πιο γελοίος δείχνει.

Τοιχωρύχος

Ποιητικό ντεμπούτο της Έλλης Χατζή, με θέμα τον έρωτα

Πρωτοεμφανιζόμενη στον χώρο της λογοτεχνίας, η Ελένη Χατζή δίνει τα διαπιστευτήριά της στην ποίηση με τον «Ορείχαλκο» (εκδ. Γαβριηλίδης). Στα 29 ποιήματα της συλλογής θα βρούμε τα θέματα της απουσίας, της παράκλησης, του έρωτα και του θανάτου. Θραύσματα αισθημάτων, διακριτική η σύγκρουση φωτός και σκιάς, οι αρχετυπικοί φόβοι της ανθρώπινης ύπαρξης:

«Γιατί φοβάμαι τις μεγάλες μέρες/

Φοβάμαι τα μάτια μου που μεγαλώνουν/

και με βλέπουν/

Που μ’ εγκαταλείπουν/

χωρίς να ζητήσουν τίποτα».
Η Ελένη Χατζή έχει σπουδάσει φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συνέχισε μεταπτυχιακά αρχαιολογίας στο Λονδίνο. Εργάστηκε στην εκπαίδευση και στη συνέχεια μεταπήδησε στον χώρο των εκδόσεων. Την έχουν επηρεάσει βαθιά ο Σεφέρης και ο Πεσόα. Καθαρός λόγος, τολμηρός, ιδέες, ευαισθησία, είναι τα χαρακτηριστικά αυτής της πρώτης έκδοσης.

Το σύμπαν και ο άνθρωπος


Ενα βιβλίο με τις θεμελιώδεις δυνάμεις της δημιουργίας και της ζωής
The Guardian
Το σύμπαν είναι ένα βιβλίο ανοιχτό μόνο στην παρούσα σελίδα. Ποιος ο συγγραφέας είναι γεγονός συζητήσιμο, ουδείς θα δει το οπισθόφυλλο ή θα κατανοήσει τις αρχικές του φράσεις. Ολόκληρη η αφήγηση πρέπει να αναπλαστεί από τη δράση, τα πρόσωπα και τους τόπους που είναι σήμερα ορατά. Εδώ και 40 χρόνια οι φυσικοί επιστήμονες έχουν συντάξει μια ιστορία, η οποία περιγράφει, σε μια ενιαία πλοκή, όλα τα συμβάντα των τελευταίων 13,7 δισεκατομμυρίων ετών. Δεν ξέρουν τι συνέβη στην αρχή, δεν ξέρουν γιατί η πλοκή αυτή είναι κατανοητή και δεν καταλαβαίνουν γιατί υπάρχει η ανάγκη κατανόησής της και τα όντα που θέλουν να την κατανοήσουν.

Η τέλεια ενορχήστρωση
Το σύμπαν μοιάζει να αυτοδιογκώθηκε, από το τίποτα, γινόμενο ένας χωρόχρονος μεστός, σκοτεινής ύλης και σκοτεινής ενέργειας, φωτισμένος από 200 δισεκατομμύρια γαλαξίες, ο καθένας τους περιέχοντας περί τα 200 δισεκατομμύρια άστρα. Οι θερμοπυρηνικοί αντιδραστήρες τούτοι τροφοδοτημένοι από την ίδια τους την ελκτική δύναμη, καίνε αρχέγονο υδρογόνο μετατρέποντάς το σε τέφρα βαρύτερων στοιχείων, τα οποία με τη σειρά τους, γίνονται η πρώτη ύλη πλανητών γύρω από μια νέα γενιά άστρων και στη συνέχεια, ισχυρά, βιομηχανικά κατάλοιπα απ’ όπου, πρέπει να πρωτοσχηματίσθηκε η ζωή σε έναν πλανήτη, πριν από 3,5 δισεκατομμύρια χρόνια.
Το σύμπαν μπόρεσε να το κατορθώσει αυτό γιατί οι θεμελιώδεις δυνάμεις, οι οποίες ενορχηστρώνουν τη δημιουργία ήταν τονισμένες με απόλυτη ακρίβεια. Αν αυτές ήταν διαφορετικές ακόμη και σε ένα ελάχιστο βαθμό τα άστρα θα καίγονταν ή δεν θα έλαμπαν καθόλου ή δεν θα παρήγαγαν άνθρακα και τις βαρύτερες ύλες από τις οποίες εξαρτάται η ζωή ή θα συρρικνώνονταν αντί να εκραγούν και έτσι δεν θα διέσπειραν νερό και ζωογόνες χημικές ουσίες στον γαλαξία. Ολα αυτά έκαναν τον φυσικό επιστήμονα Φρίμαν Ντάισον να πει ότι κατά μία έννοια «το σύμπαν γνώριζε την έλευσή μας».
Οι κοσμολόγοι αποκαλούν τούτο ανθρωποκεντρική αρχή. Οι πιστοί της θρησκείας, χέρι του Θεού. Και το ένα και το άλλο δεν εξηγούν τίποτα. Ο Πολ Ντέιβις είναι θεωρητικός φυσικός ο οποίος στράφηκε στη νέα επιστήμη της αστροβιολογίας. Εχει γράψει περί τα 20 εκλαϊκευτικά βιβλία με πιο πρόσφατο από αυτά το The Goldilocks Enigma: Why is the Universe just Right for Life (εκδ. Allen Lane, 360 σελ., 22 στερλίνες). Δεν αποπειράται σε αυτό να απαντήσει στα μεγάλα ερωτήματα, από πού προήλθε το σύμπαν, από πού η ζωή και από πού οι άνθρωποι. Αλλά, όπως γράφει ο Τιμ Ράντφορντ στον «Γκάρντιαν» προσπαθεί με ωραίο τρόπο να εξηγήσει τα ερωτήματα και να τα αντιμετωπίσει λογικά.
Υπάρχουν περισσότερα από ένα σύμπαντα; Είμαστε ένας τόμος σε μια απέραντη βιβλιοθήκη; Τούτη είναι η πολύστιχη θεωρία της δημιουργίας που λέει ότι σε ένα πολυσύμπαν μπορούν τα πάντα να συμβούν λογικά και ο Γουίλιαμ Σαίξπηρ και η Πάρις Χίλτον. Οι άνθρωποι είναι εποχικοί κάτοικοι του σύμπαντος. Δεν υπάρχει Θεός ως πρώτος κινών. Στο άπειρο δεν υπάρχει αρχή. Αλλά σε άπειρα σύμπαντα θα υπάρχουν και άπειρες ωσεί Γη και άπειρες όμοιες Γη, ορισμένες τους εικονικές.
Η άλλη θεωρία λέει ότι το σύμπαν προορίστηκε για τη ζωή. Οτι η ζωή συγκεντρώθηκε σιγά και τυχαία αλλά κατά μία έννοια μοιραία. Εάν ο Θεός έπαιξε ρόλο τότε θα ήταν ένας απόμακρος ρόλος. Οπως ακριβώς το σύμπαν πορεύεται σύμφωνα με κάποιους βαθείς νόμους, έτσι και η ζωή εμφανίστηκε χωρίς εμφανή βοήθεια από κάποιο υπερφυσικό ον. Οι περισσότεροι σοβαροί θεολόγοι είναι ικανοποιημένοι με την εξέλιξη του Δαρβίνου, ως ερμηνεία της πολυμορφίας της ζωής. Δεν βλέπουν θέση για ένα Θεό που ερμηνεύει τα ανερμήνευτα. Τον προτιμούν περισσότερο ως νομοθέτη, ένα Θεό δίχως θαύματα. Τούτος θα ήταν ένας Θεός πέραν του χώρου και του χρόνου. Και το μεγάλο ερώτημα είναι: Είχε ο Θεός επιλογή; Μπορούσε να επιλέξει να μη δημιουργήσει το σύμπαν; Πρέπει το σύμπαν να είναι με τον τρόπο που είναι; Εάν τούτο είναι το μόνο, μαθηματικά συνεπές, δυνατό σύμπαν, ο Θεός δεν είχε επιλογή στον σχεδιασμό του. Εάν όμως δεν είχε επιλογή, τότε κατά ποία έννοια είναι αναγκαίος; Αλλά και τούτο αφήνει αναπάντητο το ερώτημα: γιατί το σύμπαν φαίνεται δημιουργημένο για ζωή;
Απαντήσεις δεν υπάρχουν. Και μόνο το ότι μπορούμε και θέτουμε τέτοια ερωτήματα είναι αίνιγμα. Είναι ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ, ο Τζον Μίλτον, ο Νταν Μπράουν και η Πάρις Χίλτον, εκφάνσεις κάποιου αινιγματικού κοσμικού λόγου; Ή είναι, όπως και οι άλλοι εμείς, το χωρίς νόημα αποτέλεσμα ενός χωρίς νόημα πειράματος, το τυχαίο ρίξιμο των κύβων σε ένα κοσμικό καζίνο; Ο Αϊνστάιν είπε κάποτε ότι το πιο ακατανόητο στο σύμπαν είναι το ότι είναι κατανοητό.

Στιγμές φωτισμού
Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει κάποιος να το κατανοήσει. Και τούτο συνέβη, όσο γνωρίζουμε, μια φορά μόνο και τώρα. Εάν κατ’ υπόθεση, το ανθρώπινο γένος εξαφανιστεί σε ένα μελλοντικό κατακλυσμό;
«Δεν θα ξανασυμβεί», λέει ο συγγραφέας. «Το σύμπαν μπορεί να ζήσει τρισεκατομμύρια χρόνια τυλιγμένο σε βαθύ μυστήριο, εκτός από κάποιες φευγαλέες στιγμές φωτισμού, σε ένα άστρο, σε ένα κάποιο γαλαξία, 13,7 δισεκατομμύρια χρόνια μετά την αρχή των πάντων».


Τρίτη 27 Μαρτίου 2007

πεθαίνουν οι δαίμονες;.....ανώνυμου

birvan-shadow_lupus.jpg

Αναρωτιέμαι αγάπη μου

οι δαίμονες πεθαίνουν;

Και αν σβήσουν;

Στην κόλαση πάνε

η στον Παράδεισο;

Κι αν η μοίρα θελήσει,

να αναστηθούν;

Μεσσίες γίνονται ή Μάγοι;

Στάχτη,

χωρίς να δικασθούν;

ή ανακηρύσσονται άγιοι;

Ανώνυμου

Πέμπτη 22 Μαρτίου 2007

«Ερωτόκριτος» σε δύο γαλλικές εκδόσεις



«Tου Κύκλου τα γυρίσματα, που ανεβοκατεβαίνουν, και του Τροχού, που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνουν/ και του Καιρού τα πράματα, που αναπαημό δεν έχουν, μα στο Kαλό κ’ εις το Kακό περιπατούν και τρέχουν». Οι πρώτοι στίχοι του «Ερωτόκριτου» που ακόμα αποστηθίζουν οι Κρητικοί μιλούν για τα γυρίσματα του καιρού. Να λοιπόν που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και το κρητικό έπος του Βιντσέντζου Κορνάρου μεταφράστηκε στα γαλλικά έπειτα από περίπου 400 χρόνια.
Η εφημερίδα Le Monde σε πρόσφατο άρθρο της μιλάει για το εμβληματικό έργο της κρητικής σχολής που κυκλοφορεί στη Γαλλία από δύο ξεχωριστούς λογοτεχνικούς οίκους. Η μία έκδοση είναι του οίκου «Zoe» με μία μετάφραση σε πρόζα που επιμελήθηκε ο Denis Kohler και εμπλουτίστηκε από ένα επίμετρο του Γιώργου Σεφέρη (320 σελίδες και τιμή 22 ευρώ). Η άλλη έκδοση είναι του οίκου «Jose Corti» με μια έμμετρη μετάφραση του Robert Davreu που πωλείται μαζί με ένα ελληνικό cd (354 σελίδες και τιμή 30 ευρώ).
Το άρθρο αναφέρεται συνοπτικά στην ιστορία του Ερωτόκριτου και της Αρετούσας, υπογραμμίζοντας την κεφαλαιώδη σημασία του έργου για τα νεοελληνικά γράμματα στο σύνολό τους.

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2007

Ποίηση στα ερείπια βιβλιοπωλείου της Βαγδάτης

Οι Αραβες λένε ότι οι Αιγύπτιοι γράφουν βιβλία, οι Λιβανέζοι τα εκδίδουν και οι Ιρακινοί τα διαβάζουν. Παραμονή της Παγκόσμιας Ημέρας Ποίησης χθες και ο Ιρακινός ποιητής Aχμέντ Αμπντέλ Σάρα επέλεξε να απαγγείλει στίχους στα ερείπια φημισμένου βιβλιοπωλείου της Βαγδάτης, το οποίο, μόλις πριν από δύο εβδομάδες, ήρθε να προστεθεί στην αλυσίδα των καταστροφών κατά τα τέσσερα χρόνια του πολέμου.

Ποίηση στα μέσα μεταφοράς

Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης η σημερινή και από προχθές έως τις 21 Απριλίου στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς θα ταξιδεύουν και στίχοι του Νίκου Εγγονόπουλου. Στο μετρό, το τραμ, τα λεωφορεία και τα τρένα θα συναντούμε εικαστικό υλικό που φιλοτεχνήθηκε από την ομάδα φοιτητών του εργαστηρίου Γραφικών Τεχνών-Τυπογραφίας και Τέχνης του Βιβλίου της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Κι αν αυτή είναι η κεντρική εκδήλωση που διοργανώνει το ΕΚΕΒΙ, υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα πολλές εκδηλώσεις αφιερωμένες στην ποίηση.

Στη Θεσσαλονίκη, το περιοδικό «Εντευκτήριο», το ΕΚΕΒΙ, το Κέντρο Πολιτισμού Νομαρχίας Θεσσαλονίκης και το Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης διοργανώνουν εκδήλωση (στις 9 μ. μ. στο Underground Εντευκτήριο, Δεσπεραί 9) με τίτλο «Η ποίηση μεταναστεύει». Δεκαπέντε ξένοι ποιητές, οικονομικοί/ πνευματικοί μετανάστες ή και πρόσφυγες από διάφορες χώρες θα διαβάσουν ποιήματά τους στα ελληνικά. Στη βραδιά θα συμμετάσχει το πολυεθνικής σύνθεσης ερασιτεχνικό μουσικό σχήμα «Φωνές των λαών».

Στη Μύκονο, η Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Προβολής και Ανάπτυξης (ΔΕΠΠΑΜ) διοργανώνει εκδήλωση στην αίθουσα της ΔΕΠΠΑΜ στο Ματογιάννι, στις 8.30 μ. μ. αφιερωμένη στον Νίκο Εγγονόπουλο. Θα μιλήσει ο Ανδρέας Παγουλάτος και η ηθοποιός Μαριτίνα Πάσσαρη θα διαβάσει στίχους του, ενώ θα προβληθεί και οπτικό υλικό για το εικαστικό και ποιητικό του έργο. Η αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία «Διαδρομές» στη Σκόπελο συμμετέχει στην Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, τυπώνοντας σακούλες που από χθες βρίσκονται σε όλα τα αρτοπωλεία του νησιού, με στίχους του Εγγονόπουλου από τη μια πλευρά και από την άλλη ποιήματα των Τσβετάγιεβα, Γονατά και Κυρτζάκη.

Στη μουσική σκηνή «Τσάι στη Σαχάρα» (Λαοδικείας 18 Ιλίσια) στις 10 μ. μ. παρουσιάζονται μέρη από μελοποιημένους κύκλους τραγουδιών: «Μεγάλος Ερωτικός», «Τα λυρικά», «Σκοτεινός έρωτας» και «Κυριακές μες στο χειμώνα».

Τέλος, το περιοδικό (δε) κατα, το Μουσείο Μπενάκη και η Εταιρεία Συγγραφέων διοργανώνουν εκδήλωση στο Μουσείο Μπενάκη, στις 7.30 μ. μ., όπου σαράντα ποιητές θα διαβάσουν στίχους τους.

Τ. Πατρίκιος εκ βαθέων για ποίηση και πολιτική


Ηλιας Μαγκλινης

Βαθιά εξομολογητικός ήταν προχθές το βράδυ ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, σε μια βραδιά αφιερωμένη στην προσφορά του στα ελληνικά Γράμματα, ενταγμένη στον κύκλο διαλέξεων με θέμα «Η ελληνική ποίηση σήμερα», που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Megaron Plus». Με τις απαραίτητες δόσεις χιούμορ, ο Τ. Πατρίκιος ανέτρεξε στη συγγραφική του πορεία κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον των πολυάριθμων θεατών που είχαν γεμίσει την αίθουσα «Νίκος Σκαλκώτας». Τον ποιητή προλόγισε ο μελετητής και ποιητής Νάσος Βαγενάς, ο οποίος αναφέρθηκε στην «πολλαπλώς τραυματική πολιτική εμπειρία» του ποιητή, υπογραμμίζοντας ότι ναι μεν ο Τ. Πατρίκιος έδωσε «τα καλύτερα ποιήματα εξορίας διεθνώς», ωστόσο, «την ανθρώπινη κατάσταση εκφράζει μέσα από την πολιτική ποίηση». Ο Ν. Βαγενάς μίλησε ακόμα για το έντονο ερωτικό στοιχείο, για το λεπτό υποδόριο χιούμορ, για να δώσει το λόγο στον ίδιο τον ποιητή, τον οποίο παρουσίασε στο κοινό ο Γιώργος Αρχιμανδρίτης, διδάκτορας συγκριτικής γραμματολογίας της Σορβόννης.

Ο Τ. Πατρίκιος μίλησε για τα πρώτα του διαβάσματα, για την καθοριστική επιρροή του Καρυωτάκη. «Ενας ποιητής που αυτοκτόνησε - τη χρονιά που γεννήθηκα εγώ, το 1928. Ενιωσα ότι κάτι με συνέδεε μαζί του. Αργότερα αγάπησα έναν ακόμα αυτόχειρα ποιητή, τον Μαγιακόφσκι». Φυσικά, ο Τ. Πατρίκιος μίλησε και για τη στράτευσή του στον «επαναστατικό αγώνα». «Ο φανατισμός εκείνων των εποχών δεν έχει καμία σχέση με το σήμερα», είπε χαρακτηριστικά. «Σήμερα είναι παιδική χαρά. Τότε, πίστευα με τόσο φανατισμό στον αγώνα που αποφάσισα να κόψω την ποίηση διότι θεωρούσα ότι ήταν σαχλαμάρα μικροαστική. Αλλά ξανάρχισα να γράφω κρυφά. Ούτε στον εαυτό μου δεν το ομολογούσα».

Στην επιστροφή του στην ποίηση καταλυτικό ρόλο έπαιξε η επαφή του με τον Γιάννη Ρίτσο, στον Αη Στράτη. «Η ποίηση είναι η μοίρα σου, μου είχε πει. Και με συμβούλευε, ό, τι γράφω, να σβήνω το μισό. Ηταν μια συμβουλή που ο ίδιος μάλλον δεν ακολούθησε, ούτε κι εγώ, όσο θα έπρεπε». Ο Τ. Πατρίκιος χαρακτήρισε τη Μακρόνησο «κόλαση». «Πιο πολύ χάρηκα όταν έφυγα από τη Μακρόνησο για τον Αη Στράτη παρά από την Αθήνα για το Παρίσι. Οχι ότι δεν ήταν σκληρές οι συνθήκες στον Αη Στράτη, αλλά είχαμε άφθονο χρόνο για γράψιμο.» Ο Τίτος Πατρίκιος αναφέρθηκε και στις συχνές κατηγορίες που του έχουν προσάψει ότι ιδεολογικά «αλλαξοπίστησε». «Εως και επιθέσεις έχω δεχθεί», είπε. «Λένε ότι έχω αλλάξει ιδέες, αλλά κανένας δεν λέει πόσο πολύ έχουν αλλάξει τα ίδια τα πράγματα. Εδώ έγιναν ριζοσπαστικές ανατροπές. Ξέρετε, ανήκω σε μια γενιά που νόμιζε ότι μπορούσε να προγραμματίσει την Ιστορία. Προσωπικά, χρειάστηκε να μεγαλώσω πολύ για να καταλάβω ότι τα γεγονότα έχουν μια νομοτέλεια, ότι μας αντιστέκονται». Τέλος, σε ερώτηση του Γ. Αρχιμανδρίτη πώς περνάει το χρόνο του σήμερα, ο ποιητής ήταν σαφής: «Ο, τι έκανα πάντα: προσπαθώ να ταιριάξω λέξεις. Θέλω να προλάβω να πω κάποια πράγματα. Οχι ότι θα υποφέρει η ανθρωπότητα αν δεν τα πω, αλλά σίγουρα θα υποφέρω εγώ».


καθημερινή . gr

Πατρίκιος: Νομίζαμε ότι η Ιστορία προγραμματίζεται

«Ξέρετε, ανήκω σε μια γενιά που νόμιζε ότι μπορούσε να προγραμματίσει την Ιστορία. Προσωπικά, χρειάστηκε να μεγαλώσω πολύ για να καταλάβω ότι τα γεγονότα έχουν μια νομοτέλεια, ότι μας αντιστέκονται». Ο Τίτος Πατρίκιος, εξομολογητικός και με χιούμορ, ανέτρεξε προχθές το βράδυ στη συγγραφική διαδρομή του, μίλησε για τη ζωή του και την πολιτική, σε μια εκδήλωση αφιερωμένη στην προσφορά του στα ελληνικά γράμματα, στο Μέγαρο Μουσικής. Σε ερώτηση για το πώς περνάει τον χρόνο του σήμερα, ο ποιητής ήταν σαφής: «Ο,τι έκανα πάντα: προσπαθώ να ταιριάξω λέξεις.»

καθημερινή . gr

Κυριακή 4 Μαρτίου 2007

Το σχεδόν τίποτα του Σάμουελ Μπέκετ


Ο παράλογος και αδιέξοδος μυθιστορηματικός κόσμος του Ιρλανδού συγγραφέα

Της Χρυσας Σπυροπουλου

Σάμουελ Μπέκετ

Μερσιέ και Καμιέ

μετ. Αρης Μπερλής

εκδ. Υψιλον

Σάμουελ Μπέκετ

Πώς είναι

μετ. Αθηνά Δημητριάδου

εκδ. Υψιλον

O Μπέκετ γεννήθηκε στο Δουβλίνο, στην Ιρλανδία, το 1906. Στη δεκαετία του 1920 επισκέφθηκε το Παρίσι, όπου εγκαταστάθηκε μόνιμα. Εκεί συνδέθηκε με πολλούς συγγραφείς, ιδιαιτέρως όμως με τον Τζέιμς Τζόις, ο οποίος είδε στο πρόσωπό του έναν πολλά υποσχόμενο συγγραφέα. Εξέδωσε μυθιστορήματα, πρόζες και ποιήματα, αλλά μόλις μετά την έκδοση του θεατρικού του έργου «Περιμένοντας τον Γκοντό» το 1952 έγινε γνωστός. Οταν το 1969 του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας, αποδέχθηκε το βραβείο, αλλά αρνήθηκε να ταξιδέψει στη Στοκχόλμη, για να αποφύγει την ομιλία. Πέθανε στο Παρίσι το 1989, όπου και ενταφιάστηκε στο κοιμητήριο του Μον Παρνάς.



Ζωή σε θραύσματα

Στο έργο του μεγάλου αυτού συγγραφέα η ζωή αποδίδεται σε επαναλαμβανόμενες στάσιμες σκηνές ή θραύσματα, μιας και όπως έγραφε: «Δεν υπάρχουν πράγματα παρά μονάχα ανώνυμα πράγματα ούτε ονόματα, αλλά ονόματα των μη πραγμάτων…». Γι’ αυτό και από τα πεζά του απουσιάζει ο μύθος ή βρίσκεται εν διαλύσει, ενώ ο λόγος αυτοαναιρείται μέσω των διαρκών αμφιταλαντεύσεων και δίσημων λέξεων. Τα νοηματικά κενά, οι ανολοκλήρωτες φράσεις, οι επαναλήψεις, καθώς και η άτακτη χρήση ή η κατάργηση της στίξης δεν είναι παρά οι αναπαραστάσεις ενός σκιώδους σύμπαντος, από το οποίο ο συγγραφέας συγκρατεί το ουσιώδες και συμβάντα που στο πέρασμα του χρόνου χάνουν τη σημασία τους. Οι χαρακτήρες του Μπέκετ αναζητούν τον εαυτό τους ή επιδιώκουν την ενότητα ή την αρμονία του εαυτού, την ενότητα των εσωτερικών φωνών ή εκείνη του παρατηρητή και της παρατηρούμενης συνεχούς ροής της συνείδησης. Εάν επιτευχθεί η ολοκληρωτική συγχώνευση του παρατηρητή με το παρατηρούμενο, τότε η ψευδαίσθηση του ατόμου θα εξαλειφθεί και το άτομο θα καταφέρει να εισχωρήσει στην ουσία της ύπαρξης.

Οι ήρωες Μερσιέ και Καμιέ φέρνουν στον νου τον Εστραγκόν και τον Βλαδίμηρο του θεατρικού έργου «Περιμένοντας τον Γκοντό», παρίες κι αυτοί, παλιάτσοι, μιλάνε, περιπλανώνται, περιμένουν να έρθει κάποιος ή να συμβεί κάτι που θα τους άλλαζε τη ζωή. Ο άλλος υπάρχει μόνο όταν τον σκέφτονται οι ήρωες και όταν δεν τον σκέφτονται εκείνος παύει να υπάρχει. Γι’ αυτούς να τι είναι η ζωή: «…Τρυπημένα εισιτήρια κάθε είδους, είπε ο Καμιέ, καμένα σπίρτα, αποκόμματα εφημερίδων φέροντα στο περιθώριο τα σβησμένα ίχνη αμετάκλητων ραντεβού, το κλασσικό υπόλειμμα μολυβιού με σπασμένη μύτη, κομμάτια χρησιμοποιημένο κωλόχαρτο, μερικά πορώδη προφυλακτικά, σκόνη. Κοντολογίς τη ζωή…» (σ. 80).





Ελλειψη διεξόδου

Η απουσία, η σιωπή και το «τίποτα πιο πραγματικό από το τίποτα» είναι ορισμένα από τα «θέματα» με τα οποία ασχολούνται οι ήρωες που απηχούν το σύμπαν του Μπέκετ. Ακόμη και οι περιγραφές του τοπίου απεικονίζουν την έλλειψη διεξόδου, τη ματαιότητα των πάντων: «… Ενας δρόμος, αμαξιτός ακόμη, ανεβαίνει στα χέρσα ορεινά. Διασχίζει αχανείς τυρφώνες, σε υψόμετρο πεντακοσίων μέτρων, χιλίων αν προτιμάτε. Οδηγεί στο σχεδόν τίποτα. Λίγα ερειπωμένα κάστρα, λίγα ερειπωμένα σπίτια…» (σ. 119). Αλλά και παρακάτω: «Να γεννιέται κανείς, είπε ο Γιώτ, να γεννιόμαστε, χωρίς τίποτα, και να μη θέλουμε τίποτα, μόνο να μας αφήσουν το τίποτα που έχουμε…» (σ. 140).

Τα έργα του Μπέκετ, σύμφωνα με τον κριτικό Κρίστοφερ Μπάτλερ, είναι κείμενα που ακολουθούν το Finnegans Wake του Τζόις και προχωρούν ακόμα περισσότερο δημιουργώντας έναν καινούργιο και παράλογο μυθιστορηματικό κόσμο, όπου τα αντικείμενα αποκαθιστούν τη σιωπή, οι ήρωες είναι διχασμένοι, χωρίς ταυτότητα, χαρακτήρες χωρίς χαρακτήρα, ενώ η ίδια η γραφή καταλήγει στη σιωπή. Αφού, όπως έγραφε ο Μπέκετ, «αέρας άχρονος τίποτα δεν ακούγεται χίμαιρα το φως περαστικό.»

Η μετάφραση του Αρη Μπερλή αλλά και της Αθηνάς Δημητριάδου είναι υποδειγματική.




http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_122825_04/03/2007_217785


«Πίστεψα στον πιθανό θρίαμβο της αλήθειας»


Η πνευματική παρακαταθήκη του Πιερ Βιντάλ–Νακέ, ενός ανθρώπου που «δεν έμεινε ποτέ ήσυχος»

Της Ολγας Σελλα

Πιερ Βιντάλ–Νακέ

Αγώνας μου, η ιστορία

μτφρ. Σοφία Διονυσοπούλου

εκδ. Ολκός

Ηεξομολόγηση για προσωπικές επιλογές και η πνευματική παρακαταθήκη ενός ανθρώπου που «δεν έμεινε ποτέ ήσυχος», του Πιερ Βιντάλ–Νακέ, που «δεν έπαψε να σκέφτεται ως ιστορικός και να παίρνει θέση ως πολίτης», που πάλεψε μανιωδώς με τη λεπτομέρεια, «αμφισβητώντας» τα κείμενα και αποκαλύπτοντας το πρόσωπο ενός αδιάλλακτου ερευνητή είναι το βιβλίο που μας άφησε μετά τον θάνατό του. «Αγώνας μου, η ιστορία» είναι ο τίτλος του και κυκλοφορεί τις επόμενες μέρες από τις εκδόσεις Ολκός, σε μετάφραση Σοφίας Διονυσοπούλου.





Ενάμιση μήνα, περίπου, πριν από τον θάνατό του (τον Αύγουστο του 2006), ολοκλήρωσε την εκ βαθέων συνομιλία που είχε με τους μαθητές του Ντομινίκ Μπουρέλ και Ελέν Μονσακρέ. Είχε σκοπό να δει το τελικό κείμενο και να κάνει διορθώσεις. Δεν πρόλαβε. Ενα βιβλίο–συζήτηση, που αναφέρεται στους Εβραίους γονείς του που χάθηκαν στο Αουσβιτς, στους ανθρώπους που επέδρασαν στη σκέψη και τη διαδρομή του, αλλά και στους συγκαιρινούς του Γάλλους διανοούμενους: τον Κλοντ Λεβί Στρος, τη Ζακλίν ντε Ρομιγί, τον Εντγκάρ Μορέν, τον Μισέλ Φουκώ, τον Ζαν Λακάν, τον Πιερ Μπουρντιέ, τον Ζακ Ντεριντά κ.ά. Και φυσικά, στη «θεμελιώδη συνάντηση της ζωής του»: τον Ζαν Πιερ Βερνάν.

Η υπόθεση Ντρέυφους

Σε αυτή τη μετά θάνατον «συνάντηση» με τον Πιερ Βιντάλ–Νακέ, μας αποκαλύπτει: Τον αποφασιστικό ρόλο στην κλίση του προς την Ιστορία, που έπαιξε η υπόθεση Ντρέυφους: «Ο πατέρας μού το διηγήθηκε το 1942 ή ’43. Το θεώρησα ταυτόχρονα ως μια ιστορία αδικίας (η οποία φάνταζε ήπια σε σχέση με ό,τι ζούσαμε εκείνη την εποχή), με έκανε όμως ταυτόχρονα να πιστέψω στον πιθανό θρίαμβο της αλήθειας».



Την παρότρυνση του πατέρα του, ο οποίος παρότι «έκλινε περισσότερο προς τη δεξιά», δεν έπαψε να του λέει: «Πρέπει να είσαι αριστερός, πίστεψέ με». Παρ’ όλα αυτά, ο Πιερ Βιντάλ–Νακέ δεν προσχώρησε ποτέ στο κομμουνιστικό κόμμα: «Σκέφτηκα να προσχωρήσω στο κομμουνιστικό κόμμα γύρω στο 1948–49, όταν ετοιμαζόμουν για την Εκόλ Νορμάλ· είχα μπει στ’ αλήθεια στον πειρασμό. Το είπα στον φίλο μου τον Σαρλ Μαλαμού: “Λοιπόν, θα μπω στο κομμουνιστικό κόμμα για να κάνω αντιπολίτευση στον Στάλιν”. Γέλασε λιγάκι και μου απάντησε: “Καλύτερα να μείνεις απ’ έξω, γιατί η αντιπολίτευση στον Στάλιν θα σε πάει μακριά”. (...) Ο μόνος πειρασμός που με άγγιξε εκτός από τον κομμουνισμό ήταν ο τροτσκισμός, η τάση “Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα”. Από τη στιγμή που δεν ήμουν σταλινικός, είχα καταλήξει να διαβάζω τα βιβλία του Τρότσκι – και αυτά τα βιβλία κατάφεραν να αποδιώξουν κάθε ίχνος σταλινικής τάσης».

Ο Πιερ Βιντάλ -Νακέ αναφέρεται στην επίδραση που είχαν οι συναντήσεις του με τους ιστορικούς Ανρί Μαργκερίτ και Βίκτορ Γκόλντσμιτ. Και περιγράφει πώς επέλεξε να ειδικευτεί στην αρχαία ελληνική ιστορία: «Ημουν τόσο παθιασμένος με τη σύγχρονη εποχή που, κατά την προετοιμασία μου για την Εκόλ Νορμάλ, πίστευα ότι θα έκανα μια διατριβή με θέμα τον ισπανικό εμφύλιο. Δεν μπορεί να βρεθεί κάτι πιο σύγχρονο και κάτι πιο αριστερά κομφορμιστικό, τολμώ να πω. Επειτα, μια μέρα, συνάντησα στη Μασσαλία τον παλιό συμμαθητή μου, τον Αλαίν Μισέλ, που ήταν υπεύθυνος των λατινικών σπουδών στη Σορβόννη. (...) Μου μίλησε για κάποιον συνάδελφό του από την Εκόλ Νορμάλ και μου είπε: “Αυτός ο ανόητος θέλει να δουλέψει πάνω στη φιλοσοφία της Ιστορίας και διαβάζει Χέγκελ. Τι στενόμυαλος! Λες και δεν βρίσκει τα πάντα κανείς στον Πλάτωνα”».

Ετσι δούλεψε πάνω στην πλατωνική θεώρηση της Ιστορίας, και μετά τον Πλάτωνα «άρχισε να μετρά η Ελλάδα». Εξαρχής, όμως, τον ενδιέφερε η ιστορία που ήταν συνδεδεμένη με τη δημοκρατία. «Δεν είναι εντελώς τυχαίο ότι το πρώτο βιβλίο αρχαίας ελληνικής ιστορίας που έγραψα μαζί με τον Πιερ Λεβέκ ήταν αφιερωμένο στον ιδρυτή της αθηναϊκής δημοκρατίας, τον Κλεισθένη». Καταπιάνεται και μελετά την ιδέα της επικοινωνίας των ειδών: «Αυτό κάναμε ο Βερνάν κι εγώ ως προς την τραγωδία. Εδώ πρέπει να παρατηρήσω πως ό,τι ισχύει για τον Ευριπίδη δεν ισχύει και για τον Σοφοκλή και τον Αισχύλο. Μπορούμε να μελετήσουμε την πολιτεία του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, όχι όμως και την ιστορία της Αθήνας». Υπηρετώντας την Ιστορία, ο Πιερ Βιντάλ–Νακέ απέδειξε ότι «ιστορία δεν σημαίνει ηρωοποίηση, ούτε ιεροποίηση, ακόμη και αν λαμβάνει υπόψη της αυτά τα φαινόμενα. Πρώτα απ’ όλα Ιστορία σημαίνει ιστορία των ανθρώπων. Υπό αυτή την έννοια, κάθε απομυθοποιητική έρευνα είναι Ιστορία, κατάργηση δηλαδή των αντίθετων και αντιφατικών μύθων». Και για να το αποδείξει αυτό δεν βάδισε σε ευθεία γραμμή, «γιατί ο δρόμος της Ιστορίας δεν είναι μια ευθεία, και το πέρασμα από τον θρύλο στην Ιστορία συχνά γίνεται ελικοειδώς».



Ιδιαίτερη έκταση καταλαμβάνει στο βιβλίο–συζήτηση–εξομολόγηση το πνευματικό τοπίο της εποχής του. Διάβασε ολόκληρο τον Ζιντ στα δεκαοκτώ του και είχε την τύχη να τον συναντήσει. Για τον Λακάν πιστεύει ότι «δεν διαβάζεται, εκτός από το σεμινάριό του για την Αντιγόνη, το οποίο εκδόθηκε κάτω από απολύτως απαράδεκτες συνθήκες. Ούτε μία ελληνική λέξη δεν ήταν σωστά γραμμένη!». Βρίσκει όμως «υπέροχες» τις «Αντιγόνες» του Τζορτζ Στάινερ. «Ο Τζορτζ Στάινερ είναι ένας τύπος που τον θαυμάζω βαθύτατα».

Οσον για τον Ζακ Ντεριντά, παρότι είχε «αρκετά ζεστές σχέσεις, δεν κατάλαβα ποτέ λέξη από όσα έγραφε». Στην ερώτηση για τον Μισέλ Φουκώ απαντά: «Το έργο του Φουκώ είναι πολύ σπουδαίο. Εχω κρατήσει κυρίως την ιδέα των επιστημών που διαδέχτηκαν η μία την άλλη από την Αναγέννηση και μετά. Είναι αλήθεια ότι στα τελευταία του έργα η Ελλάδα βρισκόταν στο επίκεντρο και πως αυτό με ενδιέφερε. Παρ’ όλα αυτά οι “ανταλλαγές” ανάμεσα στο έργο του και το δικό μου ήταν ελάχιστες». Ομως για το πρόσωπο που είναι εξαιρετικά γενναιόδωρος και απόλυτος είναι ο ιστορικός και φιλόσοφος Ζαν Πιερ Βερνάν: «Ξέρετε, από τη στιγμή που συνάντησα τον Βερνάν, δεν είχα πλέον διάθεση να συναντήσω κανέναν άλλον. Ο Βερνάν είναι η καθοριστική συνάντηση της ζωής μου, κι έγινε σχεδόν τυχαία».

Ενα βιβλίο ζωντανό, απολαυστικό, από τις σελίδες του οποίου περνούν πολιτικά γεγονότα και οι πρωταγωνιστές του, ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας της Γαλλίας στον 20ό αιώνα, και ο τρόπος που όλα αυτά επέδρασαν στη σκέψη ενός διορατικού και ανήσυχου ανθρώπου.




http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_122774_04/03/2007_217787


Το παρελθόν είναι καθολικό και ανθρώπινο


«Ποιοι λόγοι οδήγησαν στην ανάπτυξη της ιστορίας στην Ευρώπη; (…) Ο Ευρωπαίος λόγιος, ήδη από τον 4ο και 5ο αιώνα μ.Χ., βρισκόταν αντιμέτωπος με δύο παρελθόντα. Από την εποχή του Διαφωτισμού και μετά τα παρελθόντα έγιναν τρία. Υπήρχαν, μάλιστα, ακόμη δύο παρελθόντα, που επικοινωνούσαν υπόγεια ή συγκρούονταν ανοικτά μεταξύ τους, και τα οποία συνδέονταν ανοικτά με το δικό του (…) – το παρελθόν των Εβραίων και το παρελθόν του Ισλάμ. Στην πολυσυλλεκτικότητα αυτή οφείλεται και το γεγονός ότι το παρελθόν του Ευρωπαίου δεν είχε ποτέ συνοχή. (…) Και αυτό ακριβώς εξηγεί γιατί η Ευρώπη μπόρεσε (…) να αναπτύξει μια κριτική μορφή ιστορίας. (…) Το παγανιστικό παρελθόν δεν ήταν δυνατόν να εξαλειφθεί, και το καταστροφικό γεγονός της πτώσης της Ρώμης εξήπτε τη φαντασία των περίεργων.

»(…) Το πέρασμα από την παγανιστική στη χριστιανική ιδεολογία ήταν ιδιαίτερα γόνιμο. (…) Στο νέο χριστιανικό παρελθόν, που διαμορφώθηκε και διαφυλάχθηκε μέσω της εκκλησιαστικής ιστορίας, και που επρόκειτο να κυριαρχήσει στην ευρωπαϊκή ιδεολογία την επόμενη χιλιετία, παρατηρούμε δύο πτυχές ιδιαίτερα σημαντικές για την περαιτέρω ανάπτυξη της ιστορίας όπως την ξέρουμε σήμερα: Η μία ήταν η επιμονή στην ανάγκη τεκμηρίωσης και η άλλη, η γνώση ότι υπήρχε μια άλλη ερμηνεία, η παγανιστική, που έπρεπε να καταρριφθεί.

»(…) Αλλά η ανάπτυξη της ιστορικής κριτικής –της αντικειμενικής θεώρησης των πραγμάτων όπως ακριβώς ήταν στην εποχή τους– ανάγεται στον ύστερο μεσαίωνα και την Αναγέννηση. Αποδείχτηκε γρήγορα ότι ήταν επικίνδυνη και ριζοσπαστική. (…) Οι ρίζες της επιστημονικής επανάστασης στις ιστορικές σπουδές ανάγονται στην ιστορική κριτική που εφάρμοσαν η νομική και η φιλολογία κατά τον 15ο αιώνα. (…) Η εκκοσμίκευση των ιστορικών σπουδών είναι ιδιαίτερα σημαντική. (…) Τα νέα πανεπιστήμια της Ευρώπης δεν επιχείρησαν ποτέ να γραφειοκρατικοποιήσουν την ιστορία· η ιστορική κριτική είχε έτσι ένα πολύ πιο ελεύθερο πεδίο για να αναπτυχθεί. (…) Παρ’ όλ’ αυτά, η τεράστια αυτή ανάπτυξη της ιστορικής βιβλιογραφίας και της ιστορικής γνώσης δεν οδήγησαν αρχικά στο είδος της ιστορικής ανάλυσης που εφαρμόζουμε σήμερα. (…) Αυτοί, εντούτοις, είναι οι πατέρες της σύγχρονης επιστημονικής έρευνας. (…) Κατέδειξαν την αξία δύο πραγμάτων: της συγκέντρωσης υλικού και της κριτικής μεθόδου.

»Ο ιστορικός, πιστεύω, οφείλει να υπηρετεί δύο σκοπούς. Πρέπει να επεξεργάζεται και να δοκιμάζει τις έννοιες με τις οποίες ασχολείται. (…) Αλλά αυτός δεν μπορεί να είναι ο μοναδικός λόγος ύπαρξής του. (…) Το παρελθόν δεν μπορεί πλέον να χρησιμεύσει για την καθαγίαση της εξουσίας και της ηθικής, αλλά μπορεί να προβάλει τα γνωρίσματα εκείνα του ανθρώπινου πνεύματος που μας έβγαλαν από τα δάση και τα έλη και μας οδήγησαν στις πόλεις. (…) Και το παρελθόν αυτό δεν είναι ούτε παγανιστικό ούτε χριστιανικό, δεν ανήκει σε κάποιο έθνος ή τάξη, είναι καθολικό· είναι ανθρώπινο με την ευρύτερη έννοια του όρου. (…) Πρέπει να μάθουμε στους ανθρώπους να σκέφτονται για την κοινωνική αλλαγή με ιστορικούς όρους και να τους επιστήσουμε την προσοχή στην πανουργία της ιστορίας. (…) Δυστυχώς, όμως, η εξειδικευμένη επιστημονική ιστορία παραμένει, σε μεγάλο βαθμό, εγκλωβισμένη στα όρια της εξειδίκευσής της».

Ο «αέρας» του Γ. Σαραντάρη

Ο «αέρας» του Γ. Σαραντάρη
Υποδειγματική έκδοση των έργων του από τη Σοφία Σκοπετέα

Του Σωτηρη Γουνελα *

Γιώργος Σαραντάρης

Εργα (2) Κατάλοιπα 1932-1940

Εισαγωγή - επιμέλεια Σοφία Σκοπετέα

Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου, σελ. 708

Μ ε τον δεύτερο αυτό τόμο των «Εργων» του Σαραντάρη (ο πρώτος εκδόθηκε πάλι από τη Βικελαία το 2001 και είναι εξαιρετικά δυσεύρετος) η Σοφία Σκοπετέα πραγματοποιεί όχι ένα κατόρθωμα μα έναν άθλο. Δεν πρόκειται απλώς για φιλολογική δουλειά και τον μόχθο που τη συνοδεύει, δεν πρόκειται για την αποκρυπτογράφηση πολλών απο τα χειρόγραφα του ποιητή που αρκετά παρουσίαζαν, όντας τόσο πολυκαιρισμένα, ανυπέρβλητες δυσκολίες στην ανάγνωσή τους, πρόκειται για μια συνολική σύνθεση παράλληλα με τα παραπάνω, μια σύνθεση και ταυτόχρονη συνομιλία της επιμελήτριας, όχι μόνο με το έργο του ποιητή-φιλόσοφου, αλλά και με τα πρόσωπα και τα έργα με τα οποία διασταυρώνεται, με αυτά με τα οποία εκείνος συνομιλεί, σχολιάζει, κρίνει, μελετάει. Ο τόμος φέρει τον υπότιτλο «Κατάλοιπα (1932-1940)» και όπως διευκρινίζει η Σκοπετέα «τα κείμενα που συγκεντρώνονται στον τόμο αυτόν αποτελούν το σημαντικά μεγαλύτερο... μέρος του έργου» από τα οποία «το σύνολο σχεδόν των ποιητικών έργων έχει δημοσιευτεί από τον Μαρινάκη», ενώ «τα περισσότερα από τα υπόλοιπα θεωρητικά γραπτά δημοσιεύονται εδώ για πρώτη φορά» (Πρόλογος).

Χρειάζεται ακόμη να διευκρινίσουμε ως προς τον πρώτο τόμο που περιείχε τα δημοσιευμένα από τον ίδιο τον Σαραντάρη κείμενα και ποιήματα, ότι εδώ βρίσκουμε όσα αυτός δεν πρόλαβε να δημοσιεύσει εν ζωή. Εκτός από τα Ποιήματα και τις υπο-ενότητές τους, ο τόμος περιλαμβάνει αφηγήματα και σχέδια αφηγημάτων, φιλοσοφικά κατάλοιπα, κριτικές, επίμετρο με φιλολογικές σημειώσεις, παραλειπόμενα πρώτου τόμου, ευρετήρια κ.λπ. Στην Εισαγωγή της φαίνεται αυτό που πιο πάνω είπα σύνθεση και καταγράφεται η πολυεπίπεδη συνομιλία της Σοφίας Σκοπετέα με τον Σαραντάρη και με όσους τον κατοικούν, τον τριγυρίζουν, τον απασχολούν. Η Σκοπετέα πλέκει ένα δίχτυ ή μαλλον το υφαίνει δανειζόμενη την τέχνη της αράχνης με περισσή ωστόσο στερεότητα και δεισδυτικότητα.

Παράλληλοι στίχοι

Στον δεύτερο αυτό τόμο η Εισαγωγή της διαφέρει από εκείνη του πρώτου: όχι μόνο γιατί την προϋποθέτει και τη συνεχίζει, αλλά και γιατί θεωρεί κατά κάποιο τρόπο αυτόν που καταπιάνεται ειδικά με τον β΄ τόμο εξοικειωμένο, αν όχι με το έργο του Σαραντάρη, τουλάχιστον με την ποιητική περιοχή. Ανασύρει από τη μνήμη παράλληλες ποιητικές προτάσεις ή στίχους ή ομοιότητες με κλασικούς της ποίησης και σύγχρονους, από τον Ομηρο και τον Πλάτωνα ώς τον Ελιοτ, τον Πάουντ, το Σολωμό, τον Καβάφη, τον Σικελιανό, τον Βρεττάκο, τον Καρυωτάκη, τον Δρίβα κ.ά. Ετσι, όχι μόνο δείχνει περιοχές και έργα όπου κινήθηκε ο Σαραντάρης, αλλά μέσα από σχολαστικό βηματισμό πολλές φορές, επιμονή σε λεπτομέρειες, διείσδυση σε λησμονημένες γωνιές της ύπαρξης, της ποίησης και της φιλοσοφίας, αναδύονται οι ποικίλες όψεις της ίδιας της ζωής, όπως αυτή συναρθρώνεται με την ποίηση και τους ποιητές και ειδικότερα τον Σαραντάρη.

Η συνομιλία μαζί του γίνεται απο πολύ κοντά θα έλεγα, τόσο που καταφέρνει μέσα από παρεμβαλλόμενους στίχους, φράσεις του, αναφορές σε κείμενα πεζοποιητικά να συνάψει την ποίηση με την ύπαρξη και μάλιστα αυτό που λεει «ύπαρξη τρανή», με μια σημασία που περικλείει θαρρείς ηρωισμό, αυτοθυσία, χρέος, ήθος και φυσικά πνευματική στάση. Υψώνεται έτσι η ποίηση καθ’ υπόδειξη του Σαραντάρη αν όχι και των σημαντικότερων ποιητών, σε είδος και τρόπο ζωής, σε καθολικότητα που τείνει να περικλείσει τα πάντα, ειδικά όταν συναφθεί η ποίηση με την πίστη. Το ζευγάρι αυτό, όντας αξεχώριστο στον Σαραντάρη, μας πάει πολύ μακριά και προπαντός κλονίζει όλο τον αισθητικοκεντρισμό που συνοδεύει τα ποιητικά ζητήματα και δρώμενα και που στις μέρες μας εξακολουθεί να διαφεντεύει υπό ποικίλες μορφές – μην αφήνοντας τον άνθρωπο να ξεκολλήσει απο τα επίγεια.

Στο περιθώριο

Η δυσκολία αυτής της «αποκόλλησης» είναι ίσως ο λόγος για τον οποίο ο Σαραντάρης έμεινε στο περιθώριο τόσο ώστε να γράψει ο Λορεντζάτος ότι «Οι κριτικοί στην Ελλάδα (όσοι υπήρχαν) στάθηκαν ανίκανοι να καταλάβουν, όχι μοναχά τις μεθόδους και τα συμπεράσματα του Σαραντάρη, αλλά και τους σκοπούς και τις προθέσεις του» («Διόσκουροι», Δόμος 1997, σ. 95). Γιατί μέσα στον ποιητικό στρόβιλο που ζούσε ο άνθρωπος αυτός, και που μας τον κάνει οικείο ο δεύτερος αυτός τόμος με την καταγραφή 942 απαριθμημένων σκόρπιων ποιημάτων και αδημοσίευτων στον καιρό του, το στοιχείο που ξεχωρίζει είναι ο «αέρας», αυτή η πνοή που τον συνοδεύει, αυτό το πέταγμα πουλιού, αυτή η ανάγκη του ουρανού, αυτή η τάση να σηκώνεται πάνω απο τη γη: «Ο αέρας είναι ένα πράμα που δεν τελειώνει ποτέ· μέσα του μπορείς να προχωρήσεις στο άπειρο. Παντού αναπνέω... Οπου ο αέρας, εκεί βρίσκομαι κι εγώ και δεν αφήνω να φύγει κανείς, αν δεν περάσει μέσα στον αγέρα. Οποιος φίλος ή εχθρός, χρειάζεται να μεθύσει μαζί μου» (Εργα 2. σ. 370). Αυτός ο «αέρας» συνδυάζεται με την «αγάπη» και την «ομιλία», δύο στοιχεία αλληλένδετα με την ποίησή του για τα οποία η Σκοπετέα έκανε λόγο ήδη και κυρίως στη Εισαγωγή του πρώτου τόμου των «Εργων». Ταύτα εντελώς συνοπτικά. Οι αναγνώστες ας φροντίσουν για τη συνέχεια.

* Ο κ. Σωτήρης Γουνελάς είναι ποιητής - συγγραφέας.



http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_1_04/03/2007_217783


Σάββατο 3 Μαρτίου 2007

Το ΚΘΒΕ τιμά τη Ζωή Καρέλλη

Την ποιήτρια, θεατρική συγγραφέα, δοκιμιογράφο και μεταφράστρια, Ζωή Καρέλλη (φωτογραφία), τιμά την Κυριακή 4 Μαρτίου, στις 12 το μεσημέρι, το ΚΘΒΕ, στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη. Τη λογοτεχνική επιμέλεια της εκδήλωσης έχει η Ρούλα Αλαβέρα, τη σκηνοθετική επιμέλεια ο Νίκος Ναουμίδης, τους φωτισμούς ο Γιώργος Ζίγκας και θα διαβάσουν οι ηθοποιοί Ιφιγένεια Δεληγιαννίδη, Δημήτρης Καρέλλης, Γιώργος Καύκας, Σοφία Λάππου-Καλού, Λίλια Παλάντζα, Αννα Φόνσου, Γιάννης Χαρίσης.

Η Ζωή Καρέλλη (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο της Χρυσούλας Αργυριάδου, το γένος Πεντζίκη) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1901 και πέθανε το 1998. Εκανε σπουδές ξένων γλωσσών και μουσικής και παρακολούθησε μαθήματα φιλολογίας. Για το σύνολο του έργου της τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις. Ηταν η πρώτη γυναίκα που αναγορεύτηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ το 1995 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της απένειμε το Μετάλλιο του Ταξιάρχη του Φοίνικα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Για την προσφορά της στα γράμματα τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης το 1956 και το 1974, με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών «Κ. Ουράνη» το 1978 και με το βραβείο του γαλλικού υπουργείου Παιδείας Palmes Academiques το 1981.

Κυριακή 25 Φεβρουαρίου 2007

οι θεωρητικοί αρνούνται τις θεωρίες τους και καλούν λογοτέχνες και φιλολόγους να επιστρέψουν στο κείμενο και στον κόσμο

Σε αναζήτηση του χαμένου κοινού

Της Τιτικας Δημητρουλια

Τον τελευταίο καιρό στην Ευρώπη φουντώνει η συζήτηση για το μέλλον της λογοτεχνίας, που διαγράφεται, κατά την άποψη πολλών, ζοφερό. Πληθαίνουν τα βιβλία, τα άρθρα, οι συζητήσεις για τους κινδύνους που απειλούν την τέχνη του λόγου. Ορισμένες από τις απειλές αυτές βρίσκονται εδώ και πολύ καιρό στην ημερήσια διάταξη των συζητήσεων περί κουλτούρας: η κοινωνία του θεάματος, η παγκοσμιοποίηση και ο καταναλωτισμός, η ψηφιοποίηση που υπονομεύει την έντυπη κουλτούρα, σύμφωνα με κάποια διαδεδομένη όσο και υπερβολική άποψη. Κάποιες άλλες, όμως, για τις οποίες γίνεται λόγος το τελευταίο διάστημα, μας εκπλήσσουν, ειδικά όταν αναπτύσσονται από θεωρητικούς της εμβέλειας του Τσβετάν Τοντόροφ. Ο Τοντόροφ του φορμαλισμού και του στρουκτουραλισμού, πρωτεργάτης της έκρηξης και της κυριαρχίας της θεωρίας στις φιλολογικές σπουδές, μόλις εξέδωσε ένα βιβλίο με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η λογοτεχνία κινδυνεύει» » («La littrature en peril», Flammarion), στο οποίο, ούτε λίγο ούτε πολύ, κατηγορεί την ίδια τη λογοτεχνία για τη δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει, επειδή απομακρύνθηκε από τον κόσμο στον οποίο αναφέρεται, όπως η φιλολογία απομακρύνθηκε από το κείμενο υπέρ της ερμηνείας και της θεωρίας του, της ίδιας αυτής θεωρίας που θέλησε να καταργήσει τον συγγραφέα και τις μείζονες αφηγήσεις, να αποδομήσει το κείμενο, να αποσταθεροποιήσει τον αναγνώστη. Αναπάντεχες διαπιστώσεις, ειδικά από έναν κατεξοχήν υπέρμαχο της θεωρίας όπως ο Τοντόροφ, ο οποίος έρχεται σήμερα και κάνει λόγο για «λαϊκή λογοτεχνία».

Στο βιβλίο του λοιπόν ο Τοντόροφ προσάπτει στις φιλολογικές σπουδές, όπως αναπτύχθηκαν από το 1970 και εξής, ότι έθεσαν τα σωστά ερωτήματα και έδωσαν λανθασμένες απαντήσεις. Οπως εξηγεί σε μια συνέντευξή του (Le Nouvel Observateur, τ. 2201, 11/1/2007), η αλλαγή παραδείγματος που έλαβε χώρα στη συγκεκριμένη εκείνη περίοδο είχε καλές προθέσεις: «θέλαμε να εμπλουτίσουμε την κυρίαρχη ως τότε αμιγώς βιογραφική και ιστορική προσέγγιση με μια ανάλυση των έργων καθαυτά [...]. Αλλά δεν μπορέσαμε να διατηρήσουμε μια ισορροπία. Αντί να έχουμε διαρκώς κατά νου τον ύψιστο σκοπό της λογοτεχνίας, που είναι η κατανόηση του νοήματος των κειμένων που εμπλουτίζει την εσωτερική μας ζωή, επικεντρωθήκαμε αποκλειστικά στη μελέτη των εννοιολογκών εργαλείων. Στη λογοτεχνία, όμως, αδαής δεν είναι αυτός που δεν μπορεί να διακρίνει τη μετωνυμία από τη συνεκδοχή, αλλά αυτός που δεν γνωρίζει τα «Ανθη του κακού»». Το ανάθεμα στον στρουκτουραλισμό θα ήταν απλώς η εύκολη λύση, αφού ο στρουκτουραλισμός συνδέεται με ένα πολύ ευρύτερο κίνημα, που δεν αφορά μόνο την λογοτεχνία και τη μελέτη της. Και συνεχίζει: «Οι νέοι συγγραφείς μαθαίνουν ότι ο ήρωας είναι νεκρός, ότι το να αφηγείται κανείς ιστορίες είναι μια ασυγχώρητη αφέλεια, ότι όποιος πιστεύει στη σχέση ανάμεσα στη λογοτεχνία και στον κόσμο είναι ανόητος. Η λογοτεχνία όμως δεν είναι απλό λογοπαίγνιο, αποκαλύπτει τον κόσμο και μας αποκαλύπτει τον εαυτό μας. [...] Αυτό που ξεχνάμε σε κάθε περίπτωση είναι ότι εγώ και οι άλλοι, το «πραγματικό» και το «φανταστικό» ανήκουν σε έναν κοινό κόσμο». Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο θεωρητικός, ο Ουίλιαμ Μαρξ («L'Adieu ‡ la littrature», Les ‚ditions de Minuit, 2005), κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με τον Τοντόροφ. Μέμφεται τον μοντερνισμό ότι απέκοψε τη λογοτεχνία από το κοινό της, κατεδαφίζοντας ριζικά το συγγραφέα, τη γραφή και την κριτική, τρεις μείζονες συνιστώσες του λογοτεχνικού φαινομένου: η λογοτεχνία έπαψε να ενδιαφέρει το κοινό διότι ο μοντερνισμός διακήρυξε σε όλους τους τόνους «την ασυνάφεια του λόγου και του πραγματικού».

Εκκληση εκπαιδευτικών

Ο Τοντόροφ, πάντως, ενώνει τη φωνή του και με τους Γάλλους εκπαιδευτικούς, που απευθύνουν έκκληση για τη σωτηρία της λογοτεχνίας και της φιλολογίας. Θεωρώντας προφανώς, και δικαίως, ότι το μεγάλο κακό συντελείται εκεί όπου διαμορφώνονται οι μελλοντικοί αναγνώστες. «Σε ένα πλαίσιο ανησυχητικό για τη λογοτεχνία, με τα ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία και τους ποιοτικούς εκδοτικούς οίκους να περνούν κρίση, σε μια στιγμή όπου τα απαιτητικά έργα δυσκολεύονται να βρουν τους αναγνώστες τους, μια έκθεση της Γενικής Επιθεώρησης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης διαπιστώνει ότι η φιλολογική κατεύθυνση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση τείνει να εξαλειφθεί». Ετσι αρχίζει το κείμενο που το τελευταίο διάστημα διακινούν με ζήλο και αγωνία οι άνθρωποι των γραμμάτων στη Γαλλία, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου όσον αφορά πλέον την ουσιαστική όσο και έμπρακτη πλέον κατάργηση της διδασκαλίας της λογοτεχνίας στα σχολεία και την γενικότερη υποβάθμιση της λογοτεχνίας στις σύγχρονες κοινωνίες (http://www.maison-des-ecrivains.asso.fr/derniere.asp/. το μεγαλύτερο κείμενο από το οποίο προήλθε η έκκληση αυτή: http://www.maison-des-ecrivains. asso.fr/textes/Texte%20AM.Garat. doc).

Η έκκληση αυτή σημειώνει τους κινδύνους που εγκυμονεί μια τέτοια επιλογή και μια τέτοια πολιτική - διότι δεν χρειάζεται να καταργήσει κανείς δια νόμου τη λογοτεχνία και τη μελέτη της, μπορεί κάλλιστα να την αφήσει να φθίνει, όπως συμβαίνει ήδη άλλωστε, στο πλαίσιο μιας χρησιμοθηρικής παιδείας, η οποία φιλοδοξεί προφανώς να μετατραπεί σε μια απλή και αποτελεσματική κατάρτιση, άμεσα συνδεδεμένη με την αγορά - χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η κατάρτιση δεν είναι εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση στον σύγχρονο κόσμο. Το κείμενο υπογραμμίζει την τεράστια σημασία της λογοτεχνίας για τη συγκρότηση του ατόμου και του πολίτη, θέτει το ζήτημα της ευρωπαϊκής ταυτότητας και της εσωτερίκευσής της μέσα από την κοινή λογοτεχνική κληρονομιά. Εν ολίγοις, η έκκληση αυτή επανέρχεται στα αυτονόητα, και ίσως αυτό είναι το πιο τρομακτικό. Διότι ακριβώς αποδεικνύει ότι η θέση της λογοτεχνίας σήμερα στο δυτικό κόσμο δεν είναι αυτονόητη, σε κανένα επίπεδο.

Τι φταίει για την απαξίωση

Αν όμως ο φορμαλισμός, ο στρουκτουραλισμός, ο μοντερνισμός σκότωσαν τον συγγραφέα, τα πρόσωπα, κατάργησαν την πλοκή και περιφρόνησαν το ευρύ κοινό, δεν φέρουν ωστόσο σήμερα, κατά τον Τοντόροφ, την αποκλειστική ευθύνη για την φθίνουσα πορεία της λογοτεχνίας. Οπως επισημαίνει, ο μηδενισμός αφενός και ο σολιψισμός, η ομφαλοσκόπηση αφετέρου των σύγχρονων έργων, που αρθρώνουν είτε έναν λόγο κατεδαφιστικό για την ανθρώπινη συνθήκη είτε ένα λόγο αυτομυθοπλαστικό και αυτοαναφορικό, ξεκομμένο από τους άλλους, συνιστούν παράγοντες εξίσου σημαντικούς όσον αφορά την απαξίωση της λογοτεχνίας στη σύγχρονη κοινωνία.

Το προτελευταίο κεφάλαιο στο ολιγοσέλιδο κείμενο του Τοντόροφ, το οποίο θυμίζει τις μπροσούρες-διακηρύξεις αρχών του παρελθόντος, έχει τίτλο «Τι μπορεί να κάνει η λογοτεχνία;». Ο αφοριστικός χαρακτήρας του κειμένου του, τα ερωτήματα που θέτει, το πνεύμα του, το ερώτημα αυτό καθαυτό στον τίτλο του κεφαλαίου, που παραπέμπει στον υπαρξισμό και τη στράτευση, μυρίζουν μπαρούτι, κι αυτή τη μυρωδιά έχουμε καιρό να τη νιώσουμε στον αέρα. «Τι μπορεί να κάνει η λογοτεχνία;», ρωτούσε το περιοδικό «Clart» στη δεκαετία του '60 και η απάντηση που έδιναν τότε πολλοί συγγραφείς και διανοούμενοι ήταν σαρτρική: «Μπροστά σε ένα παιδί που πεθαίνει από την πείνα, η λογοτεχνία δεν μπορεί να κάνει απολύτως τίποτα!» Ο Τοντόροφ φυσικά θεωρεί ότι η λογοτεχνία μπορεί να κάνει πάρα πολλά, ασχέτως της πείνας στον Τρίτο Κόσμο, αφού θεωρεί ότι η λογοτεχνία έχει ύστατο σκοπό την κατανόηση του κόσμου. Στο σημείο αυτό, η λογοτεχνία συναντά την Ιστορία και τη φιλοσοφία, και ότι οι τρεις αυτές επιστήμες θα έπρεπε να διδάσκονται σε ένα κοινό πλαίσιο.

Ποιος είναι ο κοινωνικός ρόλος

Υπό μία έννοια, και τηρουμένων των αναλογιών, η θέση του Τοντόροφ δεν διαφέρει πάντως από αυτήν του Αλέν Φινκιελκρότ, που στο νέο του βιβλίο, «Αυτό που μπορεί να κάνει η λογοτεχνία» (Ce que peut faire la literature, Stock, 2006), θέτει το ίδιο ζήτημα. Ο Φινκιελκρότ διαπιστώνει και αυτός με τη σειρά του την διαρκή μείωση των αναγνωστών, την περιθωριοποίηση της λογοτεχνίας σε σχέση με την εικόνα και τα νέα μέσα, καταφέρεται ενάντια στον μεταμοντερνισμό, αυτός, που εξομοιώνει το ωραίο με το άσχημο, βάλλει εναντίον των διανοουμένων που δεν αντιλαμβάνονται την εξαφάνιση της κουλτούρας - την οποία ο ίδιος προφανώς ταυτίζει με την υψηλή κουλτούρα, κάτι που δεν ισχύει για τον Τοντόροφ. Και υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να φορτώνουμε τη λογοτεχνία με ευθύνες που δεν μπορεί να αναλάβει, με ηθικά και ιδεολογικά καθήκοντα δηλαδή, αλλά να τη θεωρούμε ως αυτό που είναι, ένα από τα μέσα που «μπορεί να μας βοηθήσει να ξαναδημιουργήσουμε μια σχέση με τον αισθητό κόσμο». Φυσικά, οι αποχρώσεις, έχουν πάντα τη μεγαλύτερη σημασία. Και ο Τοντόροφ με τον Φινκελκρώτ διαφωνούν ριζικά στο ζήτημα του κοινωνικού ρόλου της λογοτεχνίας και, εντέλει, στο τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει η λογοτεχνία.

Από τη συζήτηση αυτή, την οποία πολύ σχηματικά σκιαγραφήσαμε, προκύπτουν δύο αιτήματα: η επιστροφή στο κείμενο καθαυτό και η σύνδεση της λογοτεχνίας με το κόσμο. Αιτήματα σημαντικά και άξια λόγου, είτε δεχτούμε ότι η λογοτεχνία κινδυνεύει, υποβαθμίζεται, πνέει τα λοίσθια, είτε όχι. Υπάρχουν φυσικά μια σειρά παράμετροι, μετρήσιμες, που δεν κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει. Μία από αυτές είναι η μείωση των μαθητών που ενδιαφέρονται για τη φιλολογική κατεύθυνση, επομένως και των φοιτητών στις σχετικές σχολές. Μία άλλη είναι σίγουρα η εξάπλωση μιας ομογενοποιημένης παραλογοτεχνίας, η οποία κατακλύζει όλες αδιακρίτως τις αναπτυγμένες χώρες, δυσχεραίνοντας σημαντικά, ενίοτε, την τοπική παραγωγή. Κάποιες έρευνες στη Φινλανδία έχουν αναδείξει άλλη μία ενδιαφέρουσα παράμετρο, το γεγονός ότι με την εισαγωγή των ηλεκτρονικών υπολογιστών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, δημιουργείται ένας νέος αποκλεισμός, στη βάση της ηλεκτρονικής εγγραμματοσύνης (electracy). Οι μαθητές χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: όσους διαθέτουν την παραδοσιακή και την ηλεκτρονική εγγραμματοσύνη, όσους διαθέτουν την ηλεκτρονική εγγραμματοσύνη μόνο, και το ποσοστό τους διαρκώς αυξάνει, και όσους δεν διαθέτουν καμία εκ των δύο. Φαίνεται ίσως άσχετο, αλλά είναι πάρα πολύ σχετικό με τη θέση της λογοτεχνίας στις νέες συνθήκες, και της λογοτεχνίας στην εκπαίδευση μέσα στις νέες συνθήκες. Τα νέα μέσα, με τα οποία έχουν ήδη μεγαλώσει οι νεότερες γενιές, διαμορφώνουν μια κουλτούρα της εικόνας, της ταχύτητας, της μείξης, της πολυσυλλεκτικότητας, συλλογική, αλληλεπιδραστική, ανοιχτή, διαφορετική. Και ο ρόλος της λογοτεχνίας στο πλαίσιο της μένει να προσδιοριστεί.

Στα νέα αυτά συμφραζόμενα, και η λογοτεχνία και η διδασκαλία της πρέπει προφανώς να αντιμετωπιστούν με νέους όρους. Ο Ουίλιαμ Μαρξ αναρωτιέται αν «είναι καλύτερα να διατηρήσουμε πάση θυσία μια εξειδικευμένη εκπαίδευση στη λογοτεχνία [...] ή μήπως είναι καλύτερα να την εντάξουμε σε μια συνολική προσέγγιση της κουλτούρας, όπου η λίγη λογοτεχνία που θα επιβιώσει θα αντιπροσωπεύει και πάλι κάτι;» (σ. 170). Ο προβληματισμός του, ακραίος στη διατύπωσή του ίσως, ανοίγει νέες προοπτικές σκέψης και στοχασμού. Το ίδιο και ο προβληματισμός του Τοντόροφ, που θεωρεί ότι η μελέτη της λογοτεχνίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τις ανθρωπιστικές σπουδές εν γένει. Ο περί λογοτεχνίας διάλογος που έχει ανοίξει αυτή τη στιγμή, πάντως, μάλλον εκφράζει μια τεράστια αγωνία παρά διεκδικεί το αλάθητο. Προφανώς η θεωρία δεν πρέπει να λιθοβοληθεί, ούτε και ο μοντερνισμός και ο μεταμοντερνισμός, ή οι απαισιόδοξοι συγγραφείς.

Η σφοδρότητα των επιχειρημάτων απηχεί την ένταση του προβληματισμού και της οδύνης. Οσο για τη θέση του συγγραφέα, του αναγνώστη, του κειμένου, όσο υπάρχει ακόμα η ανθρωπινότητα με τη μορφή με την οποία τη γνωρίζουμε, είναι βέβαιο ότι με κάποιο τρόπο θα αυτοπροσδιοριστούν εκ νέου, θα μεταβληθούν και θα αναδομηθούν, για να εκφράσουν τον κόσμο μας. Η αισιοδοξία αυτή δεν αναιρεί την επιτακτική αναγκαιότητα του διαλόγου για τον τρόπο με τον οποίο σήμερα η λογοτεχνία γράφεται, αναπαριστά τον κόσμο, διδάσκεται, υποχωρεί ή θριαμβεύει, ειδικά την ώρα που το εθνικό επαναπροσδιορίζεται σε σχέση με το παγκόσμιο και το αυτό με το έτερο, σε όλες τις εκφάνσεις τους. Καθώς όμως η λογοτεχνία είναι ζωντανό κομμάτι ενός ζωντανού οργανισμού, της ανθρώπινης κοινωνίας, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει, τελικά, με ακρίβεια, τις όποιες εξελίξεις. Μπορεί και οφείλει όμως να προσπαθεί να τις προετοιμάσει και να τις επηρεάσει.

Μηδενιστές, αρνητιστές και απαισιόδοξοι στο στόχαστρο

Oσον αφορά τον κατεδαφιστικό πεσιμισμό πολλών σύγχρονων συγγραφέων, ο Τοντόροφ συνομιλεί με μια σειρά σύγχρονους στοχαστές, συγγραφείς και διανοούμενους (ας θυμηθούμε και το βιβλίο του Λιντνενμπέρ για τους νέους αντιδραστικούς). Μεταξύ αυτών και η γνωστή και στην Ελλάδα Νάνσι Χιούστον, η οποία πριν από δύο χρόνια προκάλεσε μεγάλο θόρυβο με το δοκίμιό της «Professeurs de dsepoir» («Δάσκαλοι της απελπισίας», 2004), καταγγέλλοντας τη μηδενιστική, όπως την ονομάζει, συνιστώσα της σύγχρονης λογοτεχνίας, και τη ολέθρια επίδρασή της στην κοινωνία και στην ίδια τη λογοτεχνία. Αρχής γενομένης από τον Πατέρα του Μηδενός, όπως τον ονομάζει, τον Σοπενχάουερ, η Χιούστον καταδικάζει όλους όσους περιφρονούν τον άνθρωπο και τη δύναμή του, όσους κάνουν σημαία την ατέλειά του, τους οπαδούς της απόλυτης άρνησης, και σ' αυτούς συγκαταλέγει, μεταξύ άλλων πολλών, τον Μπέκετ και τον Τόμας Μπέρνχαρντ, την Ελφρίντε Γέλινεκ και τον Μίλαν Κούντερα, τον Μισέλ Ουελμπέκ και τη Σάρα Κέιν.

Για μια σύγχρονη λαϊκή λογοτεχνία

Ο Τοντόροφ διακηρύσσει ότι είναι απαραίτητο να ξαναβρεί η λογοτεχνία το λαϊκό της χαρακτήρα, να επανασυνδεθεί με το ευρύ κοινό: «τα λαϊκά μυθιστορήματα οδήγησαν στην ανάγνωση πολλά εκατομμύρια εφήβους και επιπλέον τους επέτρεψαν να διαμορφώσουν μια πρώτη συνεκτική εικόνα του κόσμου, η οποία, ας μην ανησυχούμε καθόλου, πάντα αποκτά αποχρώσεις και πολυπλοκότητα με τα επόμενα αναγνώσματα». Και εννοεί, φυσικά, μια λαϊκή λογοτεχνία ποιότητας, στην παράδοση του Αλέξανδρου Δουμά και του Βίκτωρα Ουγκώ, την οποία συνεχίζουν σήμερα κάποιοι λίγοι, αλλά εξαιρετικοί συγγραφείς, όπως ο δημοφιλής και στην Ελλάδα Αρτούρο Πέρεθ-Ρεβέρτε λόγου χάρη, αλλά και το σύγχρονο, πολιτικοποιημένο αστυνομικό μυθιστόρημα. Oσο για τη λογοτεχνία των μπεστ-σέλερς τύπου «Κώδικας Ντα Βίντσι» και των ιστορικών και αισθηματικών μυθιστορημάτων του συρμού, που προσφέρεται και προβάλλεται ως λαϊκή, υπογραμμίζει προφανώς, εκ του αντιθέτου, την ίδια αυτή ανάγκη για συναρπαστικά, γνήσια λαϊκά αφηγήματα.



http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_1_25/02/2007_216879

Εκδήλωση προς τιμήν των Σεφέρη και Ελύτη στην Αίγυπτο


ΜΙΑ ιδιαίτερα συγκινητική εκδήλωση πραγματοποίησε το Πανεπιστήμιο του Καΐρου, τιμώντας τους τρεις κορυφαίους Νομπελίστες ποιητές: τον Γιώργο Σεφέρη, τον Οδυσσέα Ελύτη και τον Ναγκίμπ Μαχφούζ, ενώνοντας τους δύο λαούς μέσα από την ποίηση και την λογοτεχνία.

Στην ημερίδα αυτή, που συγκέντρωσε πλήθος κόσμου, η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου, η ιστορική Αμπέτειος Σχολή αλλά και το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο Καΐρου ένωσαν τις δυνάμεις τους, οδηγώντας όλους τους παρεβρισκομένους στο κοινό μονοπάτι των τριών μεγάλων ποιητών: το μονοπάτι της γνώσης, της ειρήνης και του ανθρωπισμού, όπως χαρακτηριστικά δήλωσε ένας εκ των εισηγητών, ο επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Δημήτρης Δασκαλόπουλος, ο οποίος αναφέρθηκε στο διάστημα της παραμονής του Γιώργου Σεφέρη από το 1941 μέχρι το 1944, όταν ήταν Πρόξενος της χώρας μας, ακολουθώντας την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στην αιγυπτιακή πρωτεύουσα κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το διαμέρισμα που έζησε ο Σεφέρης βρίσκεται στο κτίριο όπου σήμερα στεγάζεται το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στο Κάιρο.

Υπήρξαν επίσης σημαντικές εισηγήσεις τόσο για τον Οδυσσέα Ελύτη όσο και για τον Αιγύπτιο Ναγκίμπ Μαχφούζ που γεννήθηκε, ανδρώθηκε και εξύμνησε μέσα από τα έργα του το Κάιρο. Την εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε με την στήριξη του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, τίμησε με την παρουσία του ο Πρέσβης στην Αίγυπτο Παναγιώτης Βλασσόπουλος, ο οποίος τόνισε την ενίσχυση των σχέσεων και των αδελφικών δεσμών των δύο λαών, οι οποίες ξεκινούν από τα αρχαιότατα χρόνια φτάνοντας μέχρι σήμερα.

Την Ελληνική Κοινότητα Καΐρου εκπροσώπησε ο Γενικός Γραμματέας Νικόλας Πολίτης, ενώ, εκ μέρους του Υπουργείου Παιδείας μίλησε ο Συντονιστής Εκπαίδευσης Ανδρέας Καρατζάς. Σημαντική, στην εκδήλωση, ήταν και η παρουσία ελληνιστών καθηγητών από το Πανεπιστήμιο Καΐρου καθώς και άλλα πανεπιστημιακά ιδρύματα καθώς και αιγύπτιοι φοιτητές που μαθαίνουν την ελληνική γλώσσα στην Χωρα του Νείλου. Τέλος, σημαντική ήταν η συμβολή των δύο παροικιακών σχολείων, της Αχιλλοπουλείου και της Αμπετείου Σχολής Καΐρου, που σε συνεργασία με το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο της αιγυπτιακής πρωτεύουσας συμμετείχαν στο καλλιτεχνικό μέρος της όλης ημερίδας.

www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

Προστριβές με ξένα μουσεία για ένα αρχαιοελληνικό άγαλμα

Hμερομηνία : 24-02-07
Προστριβές με ξένα μουσεία για ένα αρχαιοελληνικό άγαλμα
Το άγαλμα του Απόλλωνα που αποτέλεσε σημείο προστριβής με το Λούβρο

Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ «The Plain Dealer», η οποία εκδίδεται στο Κλίβελαντ του Οχάιο, δημοσιεύει άρθρο του Στίβεν Λίτ, το οποίο αναφέρεται στο αμφιλεγόμενης προέλευσης ορειχάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα, που αγόρασε το Μουσείο του Κλίβελαντ το 2004.

Ανάμεσα σε άλλα, επισημαίνει ότι η Ελλάδα δεν έχει παρουσιάσει στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το άγαλμα αυτό αποτελεί προϊόν παράνομης ανασκαφής, ούτε έχει ζητήσει την επιστροφή του. Σύμφωνα όμως με το Μουσείο του Λούβρου, αξιωματούχοι του Ελληνικού Υπουργείου Πολιτισμού απείλησαν ότι θα αποσύρουν 19 αρχαιότητες από έκθεση, η οποία πρόκειται να γίνει στο Μουσείο του Λούβρου, στις 23 Μαρτίου, με έργα του Πραξιτέλη, στην περίπτωση που το Μουσείο του Λούβρου δεχόταν να συμπεριληφθεί στην έκθεση αυτή και το άγαλμα του Απόλλωνα.

Το άρθρο φιλοξενεί και δήλωση του Μουσείου του Λούβρου ότι η Ελλάδα κατέστησε την απόσυρση του «Απόλλωνα του Κλίβελαντ» προϋπόθεση για τη συμμετοχή της και κατά συνέπεια και για το δανεισμό αντικειμένων για την έκθεση του Πραξιτέλη, γεγονός που ανάγκασε το Λούβρο να μην συμπεριλάβει τον Απόλλωνα στην έκθεση αυτή.

Η υπόθεση αυτή δείχνει ότι το άγαλμα του Απόλλωνα έχει βρεθεί στο επίκεντρο των τελευταίων προσπαθειών της Ελλάδας να σταματήσει το λαθρεμπόριο αρχαιοτήτων. Το θαυμασμό του στην ελληνική στάση, που αποτελεί και προειδοποίηση, εξέφρασε ο διεθνούς κύρους ειδικός σε θέματα λεηλατημένων αρχαιοτήτων και ιστορικός τέχνης του Πανεπιστήμιου της Βιρτζίνια Μάλκολμ Μπελ, γράφει το άρθρο χαρακτηριστικά.

Τα κενά που υπάρχουν σε ό,τι αφορά την προέλευση και την ιστορία της ιδιοκτησίας του αγάλματος του Απόλλωνα έχει αναγνωρίσει ο Τίμοθι Ραμπ, διευθυντής του Μουσείου του Κλίβελαντ, ο οποίος ωστόσο δήλωσε ότι κακώς η Ελλάδα ήγειρε ενστάσεις στο Λούβρο, αντί να έλθει απευθείας σε επαφή με το Μουσείο του Κλίβελαντ. Με αφορμή δήλωση πηγής από το Ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού, που μεταδόθηκε από το Γαλλικό Πρακτορείο τον περασμένο Δεκέμβριο, ότι το άγαλμα αυτό αγοράστηκε παρανόμως, μετά την ανεύρεση του στη δεκαετία του `90, από ιταλικό πλοίο, στα διεθνή ύδατα μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας, ο Ραμπ ανέφερε ότι η έρευνα του Μουσείου του Κλίβελαντ απέδειξε ότι το άγαλμα δεν προέρχεται από τη θάλασσα και είναι άδικο να μην συμπεριληφθεί στην έκθεση του Λούβρου, εξαιτίας μη τεκμηριωμένων δημοσιευμάτων.

Η αρχαιολόγος του Υπουργείου Πολιτισμού Μαρία Βολιώτη δήλωσε ότι η Ελλάδα ήγειρε ενστάσεις κατά της έκθεσης του αγάλματος του Απόλλωνα εξαιτίας των κενών στην προέλευσή του, τα οποία ενισχύουν την πιθανότητα να αποτελεί προϊόν λεηλασίας. Πρόσθεσε, όμως, ότι οι ενστάσεις αυτές διατυπώθηκαν ευγενώς και όχι με τη μορφή απειλής ή εκβιασμού. Από την πλευρά του, το Μουσείο του Λούβρου διατείνεται ότι η Ελλάδα έθεσε τελεσίγραφο με τον πιο έντονο τρόπο, γραπτώς, αλλά και δια ζώσης σε συνάντηση στην Αθήνα, τον περασμένο Ιανουάριο.

Το Μουσείο του Κλίβελαντ αγόρασε το άγαλμα αυτό από τον οίκο Phoenix Ancient Art - που διευθύνεται από τους αδελφούς `Αλι και Χισάμ Αμπουτάαμ, οι οποίοι διώκονται στις ΗΠΑ και στην Αίγυπτο - κατόπιν επιστημονικής έρευνας που έδειξε ότι το άγαλμα ανεσκάφη, προ αιώνος και πλέον, και συνεπώς δεν εμπίπτει σε διατάξεις πρόσφατων νόμων για παράνομη διακίνηση αρχαιοτήτων.

Επιπλέον, το Μουσείο δηλώνει ότι διαθέτει γραπτή δήλωση Γερμανού δικηγόρου ότι ο Απόλλων ανήκε σε συλλογή της οικογένειάς του από τις αρχές του 20ου αιώνα. Ο Ραμπ και άλλοι αξιωματούχοι του Μουσείου του Κλίβελαντ ισχυρίζονται ότι είναι προτιμότερο να αγοράζονται, να μελετώνται και να εκτίθενται έργα σαν τον Απόλλωνα, παρά να αφήνονται σε χέρια ιδιωτών και να εξαφανίζονται για πάντα.

Το Μουσείο του Λούβρου έχει υπογράψει τη διακήρυξη της ΟΥΝΕΣΚΟ του 1970 για το λαθρεμπόριο αρχαιοτήτων, θεώρησε όμως ότι ο Απόλλων είναι προς έκθεση. Και σε δήλωσή του τόνισε ότι το γεγονός ότι αυτό δεν κατέστη εφικτό, «συνιστά μείζονα βλάβη στην επιστημονική κοινότητα, η οποία χάνει μοναδική ευκαιρία να αξιολογήσει το αντικείμενο αυτό, μαζί με άλλα έργα στο τμήμα αυτό της έκθεσης».


http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathremote_0_24/02/2007_182752

ΑΠΕ

Ο λαβύρινθος του Πάνα ***Περιπέτεια μύησης στη ζωή σε σκηνικό θανάτου


Του Δημητρη Μπουρα

Φαντασίας
Σκηνοθεσία: Γκιγιέρμο ντελ Τόρο
Ερμηνεία: Ιβάνα Μπακουέρο, Σερζί Λοπέζ, Νταγκ Τζόουνς, Αριάντνα Τζιλ.

Ο «Λαβύρινθος του Πάνα» είναι μια ιστορία τρόμου από το χώρο του φανταστικού, φτιαγμένη με σύγχρονα χολιγουντιανά υλικά και τοποθετημένη τεχνηέντως στον ομφαλό ενός ιστορικού και πολιτικού δράματος. Είναι ένα φιλόδοξο, αινιγματικό και κάποιες στιγμές χαοτικό, παραμύθι για την παιδική ηλικία και το τέλος της αθωότητας, με φόντο το τέλος του ισπανικού Εμφυλίου και την επικράτηση του φρανκισμού. «Ο φασισμός είναι πάνω απ' όλα μια μορφή διαστροφής της αθωότητας και της παιδικότητας. Αντιπροσωπεύει τον απόλυτο τρόμο και είναι ένα ιδανικό θέμα μέσω του οποίου μπορείς να διηγηθείς ένα παραμύθι για μεγάλους», λέει ο Μεξικανός σεναριογράφος και σκηνοθέτης της ταινίας Γκιγιέρμο ντελ Τόρο.

Ο «Λαβύρινθος του Πάνα» είναι ένα αλληγορικό ταξίδι μύησης στη ζωή σε ένα γκρίζο και σκοτεινό σκηνικό θανάτου. Είναι το βλέμμα (άλλοτε απορημένο και άλλοτε τρομοκρατημένο) ενός μικρού κοριτσιού στη διάρκεια μιας περιπέτειας ενηλικίωσης και αφύπνισης της σεξουαλικότητας. Ο Ντελ Τόρο σκιαγραφεί έναν κόσμο μοιρασμένο στα δύο: στο φως (η μέρα, που είναι μουντή, στις αποχρώσεις του γκρίζου της στολής των φαλαγγιτών του Φράνκο) και στο σκοτάδι (ο κόσμος του ενστίκτου, στον οποίο βασιλεύει ο τραγόμορφος Πάνας, όπου δεν υπάρχουν όρια ηθικής).

Η ιστορία που αφηγείται αρχίζει το 1944 σε μια ορεινή περιοχή της Ισπανίας. Ο Εμφύλιος ουσιαστικά έχει τελειώσει και ένα εκτελεστικό απόσπασμα του φρανκικού στρατού, με αρχηγό τον παρανοϊκό λοχαγό Βιντάλ, καταδιώκει τους τελευταίους των ηττημένων ανταρτών. Σε ένα αγρόκτημα όπου έχει στρατοπεδεύσει ο λόχος του Βιντάλ φτάνει μια μέρα η σύζυγος του λοχαγού, η εγκυμονούσα Κάρμεν, μαζί με την κόρη της από τον προηγούμενο γάμο της, την Οφηλία. Το κορίτσι, τραυματισμένο από το θάνατο του πατέρα της, αντιδρά σφόδρα στο γάμο της μητέρας της και προσπαθεί να υπερβεί την πραγματικότητα μέσω της φαντασίας. Κατασκευάζει έναν κόσμο από μαγικά και αλλόκοτα πλάσματα και περιπλανιέται εντός του σαν την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων.

Οι χώροι και τα πρόσωπα δημιουργούν συμμετρία (φως - σκοτάδι, η υποταγμένη Κάρμεν και η ανυπότακτη υπηρέτρια του Βιντάλ, ο «ταυρομάχος» Βιντάλ και ο «Μινώταυρος» Πάνας) γιατί ο Ντελ Τόρο βλέπει την πραγματικότητα και τη φαντασία ως συγκοινωνούντα δοχεία. Εδώ, όμως, εντοπίζεται και η αχίλλειος πτέρνα του «Λαβύρινθου» που αφορά, κυρίως, τους σκηνοθετικούς χειρισμούς. Στο κομμάτι της ταινίας όπου η Οφηλία χάνεται ανάμεσα σε ονειρικά και μυθολογικά πλάσματα, ο Μεξικανός σκηνοθέτης είναι πληθωρικός σε ό, τι αφορά τα ειδικά εφέ και τα κλισέ του χολιγουντιανού τρόμου, σε βάρος της ατμόσφαιρας. Με αποτέλεσμα, η περιπέτεια του κοριτσιού, ως προς την αισθητική της, να μοιάζει με αυτήν του Χάρι Πότερ και ο «Λαβύρινθος του Πάνα» να χάνει την ομοιογένειά του.




http://trans.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_qsite1_21_08/02/2007_181064


Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου 2007

Μαρία Τόπαλη : "Λονδίνο και άλλα ποιήματα"

Ίνα πληρωθεί το ρηθέν ότι/ ούτ’ ένας κόκκος χρόνου δεν µπορεί να λυτρωθεί,


«Τώρα και στην Αγγλία».
Η δεύτερη ποιητική συλλογή της Μαρίας Τοπάλη µε τίτλο Λονδίνο και άλλα ποιήµατα (Νεφέλη, 2006) περιλαµβάνει τέσσερα ξεχωριστά ποιήµατα ως «Εισαγωγή» καθώς και τρεις µεγαλύτερες ποιητικές ενότητες που τιτλοφορούνται «Ο Τρίτος Γιός του Οιδίποδα», «Κατασκευή Έπους» (ως συνέχεια από το προηγούµενο βιβλίο της µε τίτλο Σερβίτσιο Τσαγιού που κυκλοφόρησε επίσης από τις εκδόσεις Νεφέλη το 1999) και «Λονδίνο», αντίστοιχα.
Στον «Τρίτο Γιο του Οιδίποδα» αλλά και στην «Κατασκευή Έπους» η ποιήτρια µεταγράφει µορφές του µύθου στα σύγχρονα συµφραζόµενα. Η αναζήτηση της ταυτότητας των φύλων, τα όρια των σχέσεων και της («µικρής» ελληνικής) γλώσσας, η έµφυλη διάσταση και η µοίρα του ποιητικού υποκειµένου, το φάντασµα της παράδοσης είναι µερικά από τα ζητήµατα που θεµατοποιούνται στην Εισαγωγή και τις δυο πρώτες ενότητες.
Έτσι, στους στίχους της Τοπάλη
η ωραία Ελένη έφυγε χωρίς καµιά προσπάθεια,/
χωρίς αγωνία/
µια Κυριακή πρωί των Χριστιανών,/
ένα Σάββατο των Εβραίων, σε ώρα σχόλης,/
ώστε την είδαν όλοι όσοι κάθονταν στα καφενεία/
και στην αυλή της εκκλησίας και στα κατώφλια/
και µάλιστα χαιρέτησε και µερικούς γνωστούς.»
Στο Λονδίνο επιχειρείται µια τοπιογραφία της σηµερινής πόλης µέσα από την κατασκοπευτική
µατιά του µη ενσωµατωµένου ξένου:
Γιατί οι κατάσκοποι είναι οι αληθινοί αιώνιοι έφηβοι, όχι οι ποιητές. Εδώ η ποιήτρια «συνοµιλεί» µε λονδρέζικης προέλευσης ή αναφοράς λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά έργα, από τον T.S.Eliot των Κουαρτέτων ως τις ταινίες του Walt Disney που διαδραµατίζονται στο Λονδίνο, και από τα διάσηµα Μουσεία της βρετανικής
Μητρόπολης ως την παιδική εκποµπή του BBC και το λιµπρέτο από το Φάντασµα της Όπερας.
Η αµφίθυµη προσέγγισή της υποχωρεί ωστόσο ξανά και ξανά στη λονδρέζικη
γοητεία:
Χρόνος ιδιωτικός και χρόνος ιστορικός,/
εγκλωβισµένοι ίσως και οι δυο στις κινούµενες ιµπρεσσιονιστικές/
ραβδώσεις...Μόνο στη ροή του χρόνου/
είναι ορατά τα κτίρια της πλωτής πολιτείας, φυτρωµένης στο/
θερµοκήπιο των ονείρων ενός Ιουλίου Βερν, προσιτής µε οµπρέλες/
από τον ουρανό κι από το δεύτερο αστέρι δεξιά...
Μαρία ΤοπάληΛΟΝ.ΙΝΟκαι άλλα ποιήµατα
ISΒN: 960-211-781-8
Σελ.: 80 •
Τιµή: €9,20[29/3/2006]

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2007

Διάλογος ζωγραφικής - ποίησης : Γιάννης Ψυχοπαίδης - Κική Δημουλά

συναντώνται στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη στις 8 Μαρτίου


Της Ολγας Σελλα

Μια «συνάντηση τεχνών» μάς επιφυλάσσουν τον επόμενο μήνα η ποιήτρια Κική Δημουλά και ο εικαστικός Γιάννης Ψυχοπαίδης. Αντλώντας από το «πολύτιμο και σπάνιο δίδαγμα ήθους, συνέπειας και πείσματος», την ποίηση, ο Γιάννης Ψυχοπαίδης παρουσιάζει, στις 8 Μαρτίου στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη, εβδομήντα τρία (73) νέα ζωγραφικά έργα, εμπνευσμένα από την ποίηση της Κικής Δημουλά. Τα έργα φιλοτεχνήθηκαν από τον Αύγουστο ώς τον Δεκέμβριο του 2006. Την ίδια μέρα θα κυκλοφορήσει και η αντίστοιχη έκδοση με τίτλο «Γιάννης Ψυχοπαίδης Συνάντηση Κική Δημουλά» από τις εκδόσεις «Ικαρος». Στις σελίδες της, εκτός από τα ποιήματα που ανθολόγησε ο Γιάννης Ψυχοπαίδης από το σύνολο του έργου της Δημουλά, φιλοξενείται ένα νέο, ανέκδοτο ποιήμα της Κικής Δημουλά, με τίτλο «Σου ταχυδρόμησα ένα βότσαλο χτες», που γράφτηκε με αφορμή αυτή την ποιητική - εικαστική συνάντηση.
«Στους πάντα δύσκολους καιρούς, η ποίηση στέκεται η αναγκαία οικοσκευή με τα απολύτως απαραίτητα. Βοήθημα και ζύγι γι’ αυτούς που ’χουν ανάγκη για κουράγιο, συντροφιά και στήριγμα. Αλλά και διαρκής και μόνιμη αναζήτηση μέτρου. Απόλυτη αξία σε καιρούς σχετικότητας, ματαίωσης, ακύρωσης. Πολύτιμο και σπάνιο δίδαγμα ήθους, συνέπειας και πείσματος. Και πολύτιμη συνεύρεση του ατομικού μέσα στο συλλογικό και του δημόσιου μέσα στο ιδιωτικό. Μια οικοσκευή που διαφυλάσσει τη λιτότητα, την πυκνότητα, τη σαφήνεια, τη βαθιά υπαρξιακή στόχευση, τον πλούτο του ελάχιστου, τις αμφισημίες των πραγμάτων και των λόγων, το οικείο και αινιγματικό του κόσμου»,
σημειώνει στον πρόλογο της έκδοσης ο Γιάννης Ψυχοπαίδης, εκφραζόμενος, αυτή τη φορά, και μέσω του λόγου.
Και συνεχίζει:
«Οταν η ζωγραφική συνομιλεί με την ποίηση δεν υποτάσσεται σ’ αυτήν. Διατρέχει μαζί μ’ αυτήν και παράλληλα μ’ αυτήν σε διαφορετικές διαδρομές έναν κοινό εκφραστικό τόπο, με κοινούς στόχους και με το βλέμμα στραμμένο η μία στην άλλη. Στην ώσμωση των τεχνών η ζωγραφική και η ποίηση διαφυλάνε τον ιδιαίτερο λόγο τους, τη γραμματική και το συντακτικό τους, τη δική τους γλώσσα. Δεν εικονογραφούν ούτε μεταφράζουν η μία την άλλη σε προφανείς εικόνες συμβατικής πίστης. Συναντώνται, αντίθετα, σε μιαν αυθόρμητη, σχεδόν λαθραία συνάντηση, όπου ονομάζουν και επικυρώνουν τις διαφορές τους, μήπως και μπορέσουν να γνωριστούν καλύτερα, ίσως και ο μόνος τρόπος να γνωριστούν καλύτερα».

«Σου ταχυδρόμησα ένα βότσαλο χτες»
επιγράφει το ποίημα που εμπνεύστηκε από αυτή τη «Συνάντηση» η Κική Δημουλά.
«Μόλις το λάβεις/ εσύ που ξέρεις να πεταλώνεις χρώματα/ και να δαμάζεις ποιαν απόχρωση/ παίρνει το ακατόρθωτο όταν αφηνιάζει/ ζωγράφισέ με σε παρακαλώ/ αυτές τις άδειες κόγχες/ με χρώμα βαρύ σιδερένιο κλειστό/ διπλαμπαρωμένο/ να μοιάζουνε απόρθητες/ στη μία να φυλάσσονται τ’ αμέτρητα/ τ’ αμύθητα στην άλλη/ να ξεγελιέμαι να μη βλέπω/ να χάσκουν τόσο αδειανά/ λεηλατημένα/ αυτά τα θησαυροφυλάκια όσων είδαν/ και τι δεν είδανε τα μάτια μας»
λέει η ποιήτρια απευθυνόμενη σε πρώτο πρόσωπο στον ζωγράφο.

Η έκδοση «Γιάννης Ψυχοπαίδης - Συνάντηση - Κική Δημουλά» θα παρουσιαστεί την Πέμπτη 8 Μαρτίου στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη (Πλ. Κολωνακίου 20) στις 12.30 το μεσημέρι.
Το ίδιο βράδυ θα πραγματοποιηθούν τα εγκαίνια της έκθεσης «Συνάντηση» με τα πρωτότυπα έργα του βιβλίου. Η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τις 5 Απριλίου.

από την "Καθημερινή" στη διεύθυνση :

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_2_14/02/2007_215961

Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2007

Τί έπαθε ο Οιδίποδας?

Οι απαντήσεις δεν μπορούν


να περιέχουν αυτό που λέμε,

τρόπος του λέγειν «αλήθεια»,

αλλά ικανοποίηση

της στιγμής και δρόμο πολύ,

ή δρόμους για άλλα ερωτήματα.

Αυτά τα γιατί και πότε , που

…..ποτέ δε σταματούν.

Να ποιο είναι το αμάρτημα:

να κυνηγώ την αλήθεια

ποτέ να μη την φτάνω

και συνεχώς πιο μακριά

να βρίσκομαι

όλο και πιο μακριά

απ’ την αρχή την ίδια.

Να ποιο είναι το αμάρτημα:ακολούθησα την αμαρτία.